Loading...
Latest news
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Η Ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ το 1981


O ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Ελλάδας προϋπήρχε της έναρξης της ένταξης της χώρας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), σήμερα Ευρωπαϊκή Ένωση. Έλαβε συγκεκριμένη διάσταση με την υποβολή της αίτησης για σύνδεση με τη νεοπαγή Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, τον Ιούνιο του 1959, αίτηση που οδήγησε στην υπογραφή της Συμφωνίας Σύνδεσης Ελλάδας – ΕΟΚ, τον Ιούνιο του 1961.
Η Συμφωνία αυτή, η οποία ουσιαστικά αποτελούσε το πρώτο βήμα στην πορεία της Ελλάδας για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ακόμα και αν αυτή «πάγωσε» με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα (Απρίλιος 1967) και ενεργοποιήθηκε εκ νέου μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας (Ιούλιος 1974). Ο στόχος, όμως, της ελληνικής κυβέρνησης ήταν η ενσωμάτωση της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ως πλήρους μέλους. Πράγματι, η αίτηση για πλήρη ένταξη υποβλήθηκε στις 12 Ιουνίου 1975, με επιστολή του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή στον πρόεδρο του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, Υπουργό Εξωτερικών της Ιρλανδίας, G. Fitzgerald.
Οι λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα επέλεξε την πλήρη ένταξη στην Κοινότητα είναι πολλαπλοί και έχουν έναν αλληλοσυνδεόμενο χαρακτήρα μεταξύ τους. Έτσι, θεωρήθηκε ότι η ένταξη στην Κοινότητα θα ήταν ένας ισχυρός παράγοντας που θα συνέβαλε στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Θα ενισχυόταν συγκεκριμένα τόσο το διεθνές εμπόριο της χώρας, το οποίο χρειαζόταν μια άμεση τόνωση την οποία θα έβρισκε μέσα στην τελωνειακή ένωση της ΕΟΚ. Οι μεγάλες βιομηχανικές και παραγωγικές δυνάμεις θα ξανακοιτούσαν προς την Ελλάδα, διότι ήταν δεδομένη η ανάγκη για αύξηση των εισαγωγών όσο και για μεγιστοποίηση των εξαγωγών. Επομένως, αποδείκνυε εμπράκτως η Ελλάδα ότι επιθυμούσε, ως ευρωπαϊκή χώρα, να είναι «παρούσα» όχι μόνο γεωγραφικά,  αλλά να επηρεάζει τις διεργασίες για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και το πρότυπο της Ευρώπης  οικονομικά και πολιτικά.
Η τότε νεοσυσταθείσα κυβέρνηση θεώρησε την Κοινότητα ως το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορούσε να εδραιώσει το δημοκρατικό πολιτικό της σύστημα και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Έχοντας μόλις βγει από μια περίοδο σκοταδισμού και εσωστρέφειας, η ανάγκη για εύρεση ερεισμάτων και στήριξης ήταν κάτι παραπάνω από αναγκαία. Επιπλέον, αποτέλεσε μέρος της ακτινωτής διπλωματίας που εφάρμοσε επιτυχημένα η χώρα μας εκείνη την περίοδο με κύριο πρωτεργάτη αυτής της πολιτικής τον τότε πρωθυπουργό. Ταυτόχρονα, επεδίωκε την ενίσχυση της ανεξαρτησίας και της θέσης της στο περιφερειακό και διεθνές σύστημα,  καθώς και της «διαπραγματευτικής της ισχύος», ιδιαίτερα σε σχέση με την Τουρκία, η οποία εμφανιζόταν ως η μείζων απειλή για την Ελλάδα μετά την εισβολή και κατάληψη μέρους της Κύπρου τον Ιούλιο του 1974. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα επεδίωκε επίσης τη χαλάρωση της έντονης εξάρτησης που είχε αναπτύξει μεταπολεμικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Η πρώτη αντίδραση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Ελληνική αίτηση εκδηλώθηκε αρχικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία σύμφωνα με το (τότε) άρθρο 237 της Συνθήκης της Ρώμης, έπρεπε να διατυπώσει «γνώμη» πάνω στην αίτηση τρίτης χώρας για ένταξη στην Κοινότητα. Η Επιτροπή δημοσίευσε τη «γνώμη» της στις 28 Ιανουαρίου 1976. Προς μεγάλη έκπληξη, ενώ αρχικά τόνιζε ότι πρέπει να δοθεί «σαφώς θετική απάντηση» στο αίτημα της Ελλάδας για ένταξη, πρότεινε θέσπιση προ ενταξιακής μεταβατικής περιόδου πριν από την πλήρη θεσμική ενσωμάτωση της χώρας προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις.

Με παρέμβαση του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή προς τις κυβερνήσεις των εννέα κρατών – μελών και ιδιαίτερα της Γαλλίας και της Γερμανίας, η πρόταση αυτή της Επιτροπής απορρίφθηκε. Η χώρα μας όμως πατώντας σε μία οικονομική θεωρία της εποχής αρκετά πρόσφατη και καινοτόμα, υποστήριξε ότι οι ιδιότητες και τα κριτήρια για την ένταξη μιας χώρας στην ΕΟΚ, ακόμα και αν δεν πληρούνται την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, μετά την ένταξη της σε αυτήν, λόγω της αλληλεπίδρασης των κρατών μεταξύ τους, θα βοηθήσει ώστε να φτάσει σε επίπεδο αντίστοιχο με τα υπόλοιπα μέλη από άποψη οικονομικής μεγέθυνσης και φυσικά εκπλήρωσης των κριτηρίων.

Έτσι, τον Ιούλιο 1976 άρχισαν οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το Μάιο 1979 με την υπογραφή, στην Αθήνα (Ζάππειο Μέγαρο), της Πράξης Προσχώρησης. Το Ελληνικό Κοινοβούλιο κύρωσε την Πράξη Προσχώρησης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα στις 28 Ιουνίου 1979. Η Συνθήκη Ένταξης τέθηκε σε ισχύ δύο χρόνια αργότερα, την 1η Ιανουαρίου 1981.