Loading...
Latest news
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Η έννοια της εγκληματικής οργάνωσης και της επιδίωξης οικονομικού οφέλους. Από τη σύμβαση του Παλέρμο, μέχρι το Ν. 4689/2019 και το νέο Ποινικό Κώδικα.

Γράφει ο Ιωάννης Πιτένης

Η έννοια της εγκληματικής οργάνωσης, καθώς και τα στοιχεία προσδιορισμού της, έχουν απασχολήσει αρκετά τους νομικούς, εγκληματολόγους και λοιπούς επιστήμονες διότι δεν υπάρχει διεθνώς ένας συγκεκριμένος ορισμός που να είναι αποδεκτός. Το πρόβλημα παρατηρείται κυρίως στον προσδιορισμό του όρου «οργανωμένο», παρά στον όρο «έγκλημα». Γενικά, παρατηρείται μια ταύτιση των νομικών επιστημόνων ως προς τί συνιστά μια πράξη ως εγκληματική ή παραβατική, όμως αυτό δε φαίνεται να εφαρμόζεται στα κριτήρια και τις προϋποθέσεις χαρακτηρισμού του ως οργανωμένο. Υπάρχουν εγκλήματα, όπως η ανθρωποκτονία, ή η ληστεία που θεωρούνται εγκλήματα mala in se (εγκλήματα αυτά καθεαυτά) ή άλλα εγκλήματα που ορίζονται βάσει νόμου (mala prohibita) όπως η πορνεία, ή το εμπόριο ναρκωτικών που συνδέονται, έστω και εμμέσως με το οργανωμένο έγκλημα, αλλά δεν βοηθούν στο να υπάρξει ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός τους. Αυτό συμβαίνει, διότι πολλές φορές οι δράστες δρουν μεμονωμένα, ή γιατί τα εγκλήματα διαπράττονται από ομάδες ανθρώπων που δεν συνιστούν την έννοια της εγκληματικής οργάνωσης.

Με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος που υπεγράφη στο Παλέρμο της Ιταλίας στις 15 Νοεμβρίου του 2000 και τέθηκε σε ισχύ στις 29 Σεπτεμβρίου του 2003 και η οποία διαδέχθηκε τις Συνθήκες του Άμστερνταμ και του Μάαστριχτ,  στο άρθρο 2, ορίζεται ως «οργανωμένη εγκληματική ομάδα», (organized criminal groups), η δομημένη ομάδα τριών ή/και περισσότερων ατόμων, που υπάρχει για κάποια χρονική περίοδο και ενεργεί με κοινό σκοπό τέλεσης ενός ή περισσότερων σοβαρών εγκλημάτων, προκειμένου να ποριστεί αμέσως ή εμμέσως οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος. [1]

Στην ελληνική έννομη τάξη εισήχθη αρχικώς με την τροποποίηση του ν. 2928/2001 στον Ποινικό Κώδικα και ακολούθησε η αναθεώρησή του με το ν. 4619/2019. Στο άρθρο 187 § 1 του Ποινικού Κώδικα, ορίζεται πως η εγκληματική οργάνωση πρέπει να είναι επιχειρησιακά δομημένη και με διαρκή εγκληματική δράση, τριών ή περισσοτέρων προσώπων, που επιδιώκει την τέλεση περισσότερων κακουργημάτων[2]. Παρατηρούμε, πως για τον Έλληνα νομοθέτη η επιδίωξη οικονομικού ή άλλου υλικού οφέλους δεν συνιστά ως ένα από τα βασικά κριτήρια στοιχειοθέτησης του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά ενδεχομένως επιβαρυντική περίσταση για τους δράστες.  Η ύπαρξη οικονομικού κινήτρου δεν θα πρέπει να θεωρείται βασικό κριτήριο για τη στοιχειοθέτηση του χαρακτηρισμού μιας ομάδας ατόμων ως εγκληματική οργάνωση, καθώς με αυτή την πρόβλεψη θα είχε ως συνέπεια την απουσία τιμωρίας ατόμων που συμμετέχουν σε ομάδες οι οποίες διαπράττουν εγκλήματα με στοιχεία εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής μισαλλοδοξίας, ή ακόμη και μίσος λόγω σεξουαλικού προσδιορισμού. Ο Έλληνας νομοθέτης φρόντισε με το νέο άρθρο 187 του ν. 4629/2019 που αφορά στο νέο Ποινικό Κώδικα, να διευρύνει την έννοια της εγκληματικής οργάνωσης. Αυτό επιτυγχάνεται με την ποινικοποίηση οργανώσεων που έχουν περισσότερα κίνητρα, πέραν του προσπορισμού περιουσιακού οφέλους.

Στο άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα, παρατηρούμε επίσης, πως για να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της σύστασης της εγκληματικής οργάνωσης, θα πρέπει αυτή να έχει λάβει πραγματοπαγή και όχι προσωποπαγή χαρακτήρα. Σε αυτή την περίπτωση, θα συγχεόταν ο «αρχηγός» μιας εγκληματικής οργάνωσης ως θεσμός, συνδέοντας έτσι το φυσικό πρόσωπο του εκάστοτε «αρχηγού» με τον ίδιο το θεσμό, επισφραγίζοντας την προσωπική του ευθύνη. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα των χαρακτηρισμό της εκάστοτε οργάνωσης ως «συμμορίας» και όχι ως «εγκληματικής».

Η ανάγκη διεύρυνσης του περιεχομένου πέραν του προσπορισμού περιουσιακού οφέλους, είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί όπως τονίστηκε παραπάνω, θα περιλαμβάνει και πράξεις ομάδων ατόμων που δεν έχουν σκοπό να αποκομίσουν οικονομικό ή άλλο όφελος, αλλά υποκινούνται από ιδεολογικές προκαταλήψεις στα όρια του μίσους και δρουν πολλές φορές κατά ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων. Υπάρχουν δυστυχώς, πολλά παραδείγματα στην ελληνική ποινική ιστορία με ομάδες ατόμων να επιτίθενται οργανωμένα κατά ευάλωτων και ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων.  Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η πρόσφατη δίκη της Χρυσής Αυγής, κατά την οποία η ελληνική Δικαιοσύνη, με την πρωτόδικη απόφαση της, καταδίκασε τα μέλη της για τη διεύθυνση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Ένα από τα επιχειρήματα της πλευράς των κατηγορουμένων ήταν η επίκληση της Σύμβασης του Παλέρμο, η οποία προϋπέθετε την επιδίωξη οικονομικού ή άλλου οφέλους. Το συγκεκριμένο επιχείρημα μειοψήφησε στο Συμβούλιο Εφετών που εξέδωσε το παραπεμπτικό βούλευμα. Εάν γινόταν δεκτό το συγκεκριμένο επιχείρημα, εγκλήματα όπως κατά των Αιγυπτίων αλιεργατών στο Πέραμα τον Ιούνιο του 2012 δεν θα είχαν τον χαρακτήρα ότι διαπράχθηκαν υπό τη διεύθυνση μιας εγκληματικής οργάνωσης, αλλά ως μία πράξη ομάδας ανθρώπων που είχαν υποκινηθεί από ρατσιστικές προκαταλήψεις.

Βλέπουμε, λοιπόν πόσο σημαντικό είναι να μην θεωρείται το οικονομικό όφελος ως βασικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό μιας οργάνωσης ως εγκληματική, αλλά να αποτελεί επιβαρυντική περίσταση για τους δράστες. Κατά αυτό τον τρόπο προστατεύονται ευαίσθητες και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες από επιθέσεις ατόμων που οργανώνονται μόνο για αυτό το σκοπό. Τέλος, η Σύμβαση του Παλέρμο, έθεσε τις βάσεις για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων και των κριτηρίων που συνιστούν μια οργάνωση ως εγκληματική. Σε πολλές έννομες τάξεις στην Ευρώπη, το οικονομικό όφελος δεν αποτελεί βασική προϋπόθεση και επαφίεται σε κάθε χώρα να θέσει τα κριτήρια που επιθυμεί. Στην ελληνική έννομη τάξη με την κύρωση του νέου Ποινικού Κώδικα με το ν. 4619/2019, δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του άρθρου 187, ο προσπορισμός περιουσιακού ή άλλου οφέλους. Θεωρώ πως είναι μια σημαντική τομή, διότι έτσι προστατεύονται άνθρωποι και ομάδες, από ανθρώπους που επιθυμούν είτε την εκδίωξη είτε την εξόντωση τους.

Πηγές:

  1. Πρόταση απόφασης – πλαισίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, CNS 2005/0003, Βρυξέλλες 19.1.2005, Διαθέσιμο σε:  https://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=CELEX:52005PC0006:EL:HTML
  2. Νόμος 4619/2019 – ΦΕΚ 95/Α/11-6-2019 – Κύρωση του Ποινικού Κώδικα, Διαθέσιμο σε : https://www.e-nomothesia.gr/kat-kodikes-nomothesias/nomos-4619-2019-phek-95a-11-6-2019.html

[1] Πρόταση απόφασης – πλαισίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, CNS 2005/0003, Βρυξέλλες 19.1.2005, https://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=CELEX:52005PC0006:EL:HTML

[2] Νόμος 4619/2019 – ΦΕΚ 95/Α/11-6-2019 – Κύρωση του Ποινικού Κώδικα, https://www.e-nomothesia.gr/kat-kodikes-nomothesias/nomos-4619-2019-phek-95a-11-6-2019.html