Γράφει ο Δημήτρης Τσιντσάρης
Η ιλιγγιώδης άνοδος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ) αποτελεί μία από τις πιο αξιοσημείωτες μεταβολές της μεταψυχροπολεμικής περιόδου. Η σύγχρονη Κίνα, βρισκόμενη εδώ και 75 σχεδόν χρόνια υπό την ηγεσία του Κινέζικου Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ), είναι ένας στρατιωτικός και οικονομικός κολοσσός, ο οποίος έχει αξιοποιήσει στο έπακρο τις δυνατότητες που η εκτεταμένη εδαφική επικράτεια και το τεράστιο πληθυσμιακό δυναμικό του προσφέρουν. Σήμερα, η ΛΔΚ αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο με όρους ονομαστικού ΑΕΠ. Κινέζικες βιομηχανίες, εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και τραπεζικά ιδρύματα είναι ορισμένες από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως. Η Κίνα είναι πρωτοπόρος σε πολλές αναδυόμενες τεχνολογίες με βασικότερη την Τεχνητή Νοημοσύνη, ακολουθώντας τις προδιαγραφές του εθνικού σχεδίου ανάπτυξης Made in China 2025. Ταυτόχρονα, διαθέτει πολύ καλά εξοπλισμένες και επανδρωμένες ένοπλες δυνάμεις και διατηρεί μια ακμάζουσα πολεμική βιομηχανία, όντας ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός όπλων παγκοσμίως. Επίσης, έχει κατορθώσει να αναδειχθεί ως μια «υβριδικού» τύπου στρατιωτική δύναμη, διαθέτοντας εκτεταμένες δυνατότητες διεξαγωγής πολεμικών επιχειρήσεων σε στεριά και θάλασσα (Erickson, 2019, σελ. 80). Τέλος, μέσω ενός φιλόδοξου εμπορικού προγράμματος παγκόσμιου βεληνεκούς, την «Πρωτοβουλία μιας ζώνης και ενός δρόμου» (Belt and Road Initiative – BRI), η Κίνα φιλοδοξεί να μεγεθύνει έτι περαιτέρω το μερίδιο της στην παγκόσμια αγορά.
Παρά την αλματώδη πορεία της και την επιμελή διαμόρφωση μιας εθνικής στρατηγικής ανάπτυξης και επέκτασης της κινεζικής επιρροής σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι η κινέζικη ηγεσία, προσωποποιημένη την τελευταία δεκαετία στο πρόσωπο του Προέδρου Xi Jinping, προτιμά να μην πανηγυρίζει έντονα τις επιτυχίες της και να μην εκθέτει ανοιχτά τις φιλοδοξίες της. Ωστόσο, συνοριακές διαφορές με πλήθος άμεσων γειτόνων και επεκτατικές βλέψεις προς παρακείμενες υδάτινες εκτάσεις, όπως η Θάλασσα της Νότιας Κίνας, καθιστούν σαφή την ηγεμονική στόχευση της κινέζικης ηγεσίας σε περιφερειακό επίπεδο. Τούτο εντάσσεται στα πλαίσια μιας μάλλον παγιωμένης αυτοκρατορικής αντίληψης που αντιλαμβάνεται την οικουμένη ως ένα πλέγμα ομόκεντρων γεωγραφικών ζωνών προοδευτικά μειούμενης κινεζικής κυριαρχίας(Erickson, 2019, σελ. 78), με το κέντρο να συνιστά την «Εντολή του Ουρανού» (Tiānmìng – 天命), την εδαφική επικράτεια όπου φύεται ο πολιτισμός και επικρατεί αρμονία. Η κινεζική κυβέρνηση συνδέει άρρηκτα την εσωτερική νομιμοποίηση από το λαό με την εξωτερική αποδοχή από τα ενδιαφερόμενα μέρη βασικών πυλώνων της εθνικής στρατηγικής, με ακρογωνιαίο λίθο την «Πολιτική της Ενιαίας Κίνας» (One China Policy), στοχεύοντας στην μακροπρόθεσμη επανένταξη της Ταϊβάν (Δημοκρατία της Κίνας) στον εθνικό κορμό.
Οι κινεζικές φιλοδοξίες στην περιοχή της Ανατολικής Ασίας και στο ευρύτερο γεωπολιτικό σύμπλεγμα του Ινδοειρηνικού έχουν συμβάλλει, μεταξύ άλλων, στη διαμόρφωση ενός εντεινόμενου σινοαμερικανικού ανταγωνισμού. Ορισμένοι αναλυτές δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο αυτός να εκλάβει εν τέλει ψυχροπολεμικά χαρακτηριστικά, με τη ΛΔΚ στη θέση της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ (Kupchan, 2021). Ακόμη, ο νέος υπό διαμόρφωση διπολισμός ενίοτε θεωρείται εγγενώς ασταθής και προορισμένος να κλιμακωθεί σε ένοπλη αντιπαράθεση, ένεκα της διαφαινόμενης πτώσης της αμερικανικής ισχύος, σε συνδυασμό με την άνοδο της Κίνας και την συνεπαγόμενη αμφισβήτηση της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας (Allison, 2017α). Ιστορικά παραδείγματα, με κορυφαίο ανάμεσά τους τον καταλήγοντα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο ανταγωνισμό μεταξύ αρχαίας Αθήνας και Σπάρτης (Allison, 2017β) ,αλλά και θεωρητικά σχήματα ανάλυσης της διεθνούς πολιτικής, όπως ο επιθετικός ρεαλισμός (Mearsheimer, 2014) αξιοποιούνται προκειμένου να παρουσιαστεί μια σινοαμερικανική ένοπλη σύγκρουση ως σχεδόν αναπόφευκτη.
Επιχειρώντας την αξιολόγησητης παραπάνω αρκετά δημοφιλούς προσέγγισης, κρίνεται απαραίτητο να επισημανθεί ότι στην διεθνοπολιτική αλληλεπίδραση ΗΠΑ-Κίνας υπεισέρχονται παράγοντες που δεν έχουν εξεταστεί εις βάθος. Κατά πρώτον, η εξομοίωση των δύο δυνάμεων ως προς την επεκτατική νοοτροπία των ηγεσιών τους υποβαθμίζει σε μεγάλο βαθμό το υποκείμενο πολιτισμικό χάσμα. Παρά τις περιφερειακές ηγεμονικές στοχεύσεις της Κίνας, ιδιότυπα χαρακτηριστικά της δυτικής και δη της αμερικανικής κουλτούρας, όπως ο μεσσιανισμός και η ουνιβερσαλιστική τελεολογία, δε φαίνεται να παρουσιάζονται στον ίδιο βαθμό στην κινεζική κοσμοαντίληψη, όπου υιοθετείται μια στατική αντίληψη των πραγμάτων, σύμφωνα με την οποία οι δομές είναι ιεραρχημένες, παγιωμένες και θεϊκά διακανονισμένες. Έτσι, ο κόσμος διαιρείται μεταξύ «Κεντρικού Βασιλείου» (Zhōngguó– 中國) και εκτάσεων αποικούμενων από μη υποκείμενους στην εξουσία του αυτοκράτορα βάρβαρους λαούς, με τους οποίους συνάπτονται κυρίως εμπορικές σχέσεις. Σπανίως παρατηρείται η επιθυμία διατήρησης πολιτικής επιρροής και όταν αυτή συμβαίνει συνήθως λαμβάνει τη μορφή συμβολικής αναγνώρισης της ανωτερότητας του Κινέζου ηγεμόνα (Kissinger, 2012, κεφ. 1). Συμπερασματικά, ο βαθμός ανοχής της Κίνας προς μια Αμερική ελαττωμένου μεν εκτοπίσματος αλλά κατέχουσας δε την ηγεμονία στο δυτικό ημισφαίριο και αλλού πιθανόν να διαφέρει ποιοτικά και ποσοτικά από την ελάχιστη επιδεικνυόμενη αμερικανική ανοχή προς επίδοξους περιφερειακούς ηγεμόνες, κάτι που δεν προβλέπεται από τον συστημικό ντετερμινισμό της νεορεαλιστικής διεθνοπολιτικής προσέγγισης.
Κατά δεύτερον, ακόμα και αν υποτεθεί ότι η Κίνα επιδιώκει μια περισσότερο εκτεταμένη και ενεργή παρουσία στη διεθνή σκηνή απ’ ό,τι το ιστορικό παρελθόν υποδεικνύει, προωθούμενη από έντονο εθνικισμό, ιστορικό ρεβανσισμό και μια δανειζόμενη εκ δύσεως αντίληψη περί προόδου και ενδελέχειας, δεν παρατηρείται μέχρι στιγμής αποτελεσματική επένδυση στην κατά Joseph Nye «ήπια ισχύ»(Linetsky, 2023), γεγονός το οποίο υπονομεύει την εμπέδωση της κινεζικής επιρροής με μη πολεμικά μέσα. Φαίνεται ότι η κινεζική κουλτούρα, αν και πανάρχαια, δε διαθέτει οικουμενική γοητεία ισότιμη με αυτή της Αμερικής ή του ευρύτερου δυτικού πολιτισμού ή ακόμη ενδέχεται ο εργαλειοποιημένος νεοκομφουκιανισμός της κινεζικής ηγεσίας να θέτει σημαντικά εμπόδια. Ταυτοχρόνως, και σε αντίθεση με την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, η Κίνα, παρά τον,in principio έστω, ασπασμό τις κομμουνιστικής στοχοθεσίας από την ηγεσία της, αλλά και παρά το γεγονός ότι διατηρεί ένα εκτεταμένο δίκτυο επαφών με κομμουνιστικά και μη κόμματα άλλων χωρών (Hackenesch & Bader, 2020), δε διαθέτει εδώ και δεκαετίες κάποιο προτεταμένο ρόλο στους διεθνείς μαρξιστικούς κύκλους ή σε συνεδριάσεις κομμουνιστικών κομμάτων της υφηλίου και δεν ασκεί ουσιαστική ιδεολογική επιρροή προς πολιτικά κινήματα γειτονικών και μη χωρών. H«κατά Xi Jinping σκέψη» που το ΚΚΚ προωθεί προορίζεται περισσότερο για εσωτερική κατανάλωση (Cheek & Ownby, 2018) και ωχριά σε σύγκριση με την επιρροή της μαοϊκής εκδοχής του μαρξισμού-λενινισμού προς τον Τρίτο Κόσμο και αλλού την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Ακόμη, οι σχέσεις της ΛΔΚ με το άμεσο διεθνοπολιτικό της περιβάλλον είναι εν πολλοίς ψυχρές, ασταθείς και ενίοτε εχθρικές. Η σύγχρονη Κίνα είναι ένας ελλιπώς κοινωνικοποιημένος διεθνοπολιτικός γίγαντας, δίχως επαρκώς καλλιεργημένες κοινωνικές σχέσεις εξάρτησης, εμπιστοσύνης και συναλληλίας με κρατικούς και μη κρατικούς διεθνείς παράγοντες, παρά την εμπορική της εξωστρέφεια και τις υπαγορευόμενες κατά βάση από το εθνικό συμφέρον συστηματικές στρατηγικές της αλληλεπιδράσεις με δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Ινδία.
Φαίνεται, συνεπώς, ότι μια διεθνοπολιτική συγκυρία όπου η Κίνα θα διευθύνει ένα ιδεολογικά και πολιτικά συμπαγές στρατόπεδο δε φαίνεται να μπορεί να προκύψει δίχως να έχει προηγηθεί περιφερειακή πολεμική σύγκρουση, κατάκτηση και δημιουργία μιας ιμπεριαλιστικής αυτοκρατορίας, ακολουθώντας τα βήματα των Ιαπώνων, τα χρόνια πριν και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε μόνο θα δύναται να θεωρηθεί η Κίνα ως ένας προεξάρχων στρατηγικός πόλος με διεθνοπολιτικό εκτόπισμα που να προσιδιάζει αυτό των ΗΠΑ, έτσι ώστε η εξάλειψη της αμερικανικής μονοπολικότητας να πάψει να αποτελεί προσδοκία και υποκειμενική εκτίμηση της πραγματικότητας. Μέχρι τότε οι εκτιμήσεις περί ήδη διαμορφωμένης διπολικότητας είναι μάλλον πρόωρες. Η Κίνα, πάντως, δε φαίνεται να στοχεύειπρος μια τέτοια ευρεία διεθνοπολιτική αναδιαμόρφωση, πόσο μάλλον εφόσον εκκρεμεί ακόμη το ακανθώδες ζήτημα της εδαφικής ολοκλήρωσης.
Εάν εν τέλει Κίνα και ΗΠΑ συγκρουστούν ένεκα των επεκτατικών πολιτικών της πρώτης και την ανάγκη προστασίας των συμμάχων των δεύτερων αλλά και της επιθυμίας προάσπισης της πλανητικής αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας, με βάση τις διαφαινόμενες διεθνείς τάσεις απόκλισης-σύγκλισης μεταξύ ισχυρών δυνάμεων του πλανήτη,η σύρραξη ίσως να μην περιοριστεί μεταξύ των δύο χωρών. Ενδεχομένως, η σινοαμερικανική σύγκρουση να μην αποτελέσει καν το επίκεντρο ενός μελλοντικού γενικού πολέμου, όπως και επί Β’ Π.Π. οι επιχειρήσεις εναντίον των Ιαπώνων στον Ειρηνικό ήταν μόνο ένα από τα πολλά θέατρα πολεμικών επιχειρήσεων. Τούτο γιατί σήμερα φαίνεται να διαμορφώνεται μια ημιτελής κατάσταση «διμερούς πολυπολικότητας» (bi-multipolarity)(Baru, 2023), με τη μεταψυχροπλεμική μονοπολικότητα να αποσυντίθεται αργά και τα δύο οιονεί στρατόπεδα να συγκλίνουν οντολογικά γύρω από τις έννοιες «Δύση» και «Αντί-Δύση»(Dixon & Sheperd, 2023), αν και προφανώς η ΛΔΚ αποτελεί έναν από τους πρωταγωνιστές του δράματος.
Έτσι, παρά το γεγονός ότι η σύγχρονη Κίνα έλαβε υπόσταση εντός των σπάργανων της ηγεμονευόμενης από τις ΗΠΑ φιλελεύθερης παγκόσμιας διεθνούς τάξης, σήμερα νιώθει αρκετά άνετα με το να αμφισβητεί τις υπάρχουσες διεθνοπολιτικές δομές, διαδραματίζοντας σημαντικό αλλά όχι απαραίτητα και πρωταγωνιστικό ρόλο στις διαδικασίες μεταλλαγής του σύγχρονου διεθνούς συστήματος, μέσω π.χ. έμμεσης υποστήριξης στις ρωσικές πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία και διαμεσολάβησης στην επαναπροσέγγιση Σαουδικής Αραβίας και Ιράν. Ουσιαστικότερη επίδραση καταλαμβάνουν κινεζικές απόπειρες διεύρυνσης της συνεργασίας μεταξύ αναδυόμενων δυνάμεων της υφηλίου μέσα από το σχήμα των BRICS και προσπάθειες προώθησης της ευρασιατικής σύγκλισης, με κορωνίδα τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης στον αντίποδα τον δυτικογενών θεσμών περιφερειακής συνεργασίας και ασφάλειας. Οι επιπτώσεις των αναθεωρητικών αυτών πολιτικών, ωστόσο, μεγεθύνονται και συνεπικουρούνται απόέτερες υφιστάμενες αποκλίσεις συμφερόντων και αντιλήψεων, εφόσον πλείστες αναθεωρητικές δυνάμεις της υφηλίου διακατέχονται από μια εξίσου ή και περισσότερο εχθρική (βλ. Ρωσία, Ιράν) ή επαμφοτερίζουσα (βλ. Ινδία, Τουρκία) στάση απέναντι στην αμερικάνικη μονοπολικότητα.
Συνεπώς, στη θέση μιας κατά Graham Allison απλής και διμερούς «θουκυδίδειας παγίδας» μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας (Allison, 2017β) ίσως είναι περισσότερο εύλογο να υποτεθεί το ενδεχόμενο η «παγίδα» να διευρυνθεί και να συμπεριλάβει έτερους δρώντες, όπως η Ρωσία και το υπόλοιπο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, το αν θα υπάρξει απόληξη σε πολεμική σύρραξη επαφίεται στις ρευστές επιλογές και αντιλήψεις των κρατών και όχι σε μια αναπότρεπτη εξωγενώς επιβαλλόμενη διαδικασία εν είδει φυσικού φαινομένου (Hanania, 2021). Οι προσδοκίες Αμερικανών αναλυτών για έναν νέο αυστηρά διμερή διπολισμό, μια κατάσταση μάλλον επιθυμητή για τις ΗΠΑ, καθώς θα επέτρεπε την επαναβεβαίωση του αμερικανικού προστατευτισμού προς τους συμμάχους σε Ευρώπη και ανατολική Ασία, κρίνονται προς το παρόν άστοχες. Σε κάθε περίπτωση, η άνοδος της Κίνας θέτει κρίσιμα ζητήματα διεθνούς ασφάλειας τα οποία απαιτούνπερίσκεψηκαι προσοχή ακόμη και απόμη έχουσες άμεση απόκλιση συμφερόντων με την ΛΔΚ δυνάμεις μικρομεσαίου βεληνεκούς, όπως η Ελλάδα.
Βιβλιογραφία:
Allison, G. T. (2017α). Destined for war: Can America and China escape Thucydides’s trap? Houghton Mifflin Harcourt.
Cheek, T., &Ownby, D. (2018). Make China Marxist Again. Dissent, 65(4), 71–77. https://doi.org/10.1353/dss.2018.0076
Erickson, A. S. (2019). China. In T. Balzacq, P. Dombrowski, & S. Reich (Eds.), Comparative Grand Strategy: A Framework and Cases (pp. 73–98). Oxford University Press. https://doi.org/10.1093/oso/9780198840848.003.0004
Hackenesch, C., & Bader, J. (2020). The Struggle for Minds and Influence: The Chinese Communist Party’s Global Outreach. International Studies Quarterly, 64(3), 723–733. https://doi.org/10.1093/isq/sqaa028
Kissinger, H. (2012). On China. Penguin Books.
Kupchan, C. (2021). Bipolarity is Back: Why It Matters. The Washington Quarterly, 44(4), 123–139. https://doi.org/10.1080/0163660X.2021.2020457
Allison, G. T. (2017β, June 9). The Thucydides Trap. Foreign Policy. https://foreignpolicy.com/2017/06/09/the-thucydides-trap/
Baru, S. (2023, February 28). US, China and Global South in a ‘Bi-Multipolar’ World. The Wire. https://thewire.in/books/us-china-global-south-multipolar-world
Dixon, R., &Sheperd, C. (2023, August 23). BRICS summit seen by Russia and China as anti-Western alliance. The Washington Post. https://www.washingtonpost.com/world/2023/08/23/brics-summit-putin-xi-russia/
Linetsky, Z. (2023, June 28). China Can’t Catch a Break in Asian Public Opinion. Foreign Policy. https://foreignpolicy.com/2023/06/28/china-soft-power-asia-culture-influence-korea-singapore/
Mearsheimer, J. J. (2014, October 25). Can China Rise Peacefully? The National Interest. https://nationalinterest.org/commentary/can-china-rise-peacefully-10204
Πηγή Φωτογραφίας : https://foreignpolicy.com/2021/04/09/why-nations-rise-power-narrative-realism/