Loading...
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Ηγεμονική σταθερότητα και ο ρόλος της στην παγκοσμιοποίηση

Γράφει ο Ευγένης Πανικίδης

Κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα ο όρος “ηγεμονική σταθερότητα” εισήχθη στην βιβλιογραφία από θεωρητικούς όπως οι R.Gilpin, I.Wallerstein, A.F.A. Organski, S.Krasner και R.Keohane, με στόχο να εξηγήσουν το μηχανισμό λειτουργίας του διεθνούς συστήματος, έτσι όπως αυτό είχε δομηθεί μετά το τέλος του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Η χρονική στιγμή εμφάνισης του όρου δεν είναι τυχαία, περί το 1970 η Ιαπωνία και η Δυτική Ευρώπη άρχισαν σταδιακά να αμφισβητούν την οικονομική υπεροχή των Η.Π.Α. Επίσης, δεν είναι τυχαία η ανάδειξη του όρου σε θεωρητικό επιχείρημα κατά το 1980, όταν η διοίκηση της Αμερικής συνειδητοποίησε πως η προάσπιση των οικονομικών της συμφερόντων χρίζει μιας νέου τύπου στρατηγικής προσέγγισης. Για την σφαιρική κατανόηση του όρου ορθή είναι τόσο η διάσπαση της θεωρίας στα μέρη της όσο η εμβάθυνση μέσα από τα μάτια ενός από τους πατέρες της και η ανάλυση της στα σημερινά δρώμενα.

Στην προσπάθεια προσδιορισμού του όρου “ηγεμονική σταθερότητα” είναι σημαντική η κατανόηση της λέξης ηγεμονία. Ρίζα της προαναφερθείσας έννοιας είναι η αρχαιοελληνική λέξη “ηγεμών” η οποία σημαίνει αρχηγός. Ένα κράτος ηγεμών-αρχηγός, είναι ένα κράτος τόσο ισχυρό που θα μπορεί να επηρεάσει τα γεγονότα σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο ηγεμών ως όρος των διεθνών σχέσεων είναι το κράτος που όχι μόνον έχει την ισχύ αλλά έχει και την θέληση να μπει σε θέση οδηγού των δρώμενων. Το κράτος ηγεμόνας έχει την ικανότητα να εγκαθιδρύσει σταθερότητα χρησιμοποιώντας ένα αμάλγαμα οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης ώστε να επιβληθεί, ιδιαίτερα στις Μεγάλες Δυνάμεις του συστήματος που παραχωρούν σε αυτό μια μορφή consensus. Ο θεσμός των μεγάλων δυνάμεων έχει πρωταρχική σημασία ακόμη από τα γραπτά του H.Bull. Οι Μεγάλες Δυνάμεις κατά τον Αυστραλό θεωρητικό συμβάλουν θετικά στην διατήρηση της τάξης στο άναρχο διεθνές σύστημα, με αποφυγή μεγάλων κρίσεων και πολέμων μιας και διευθετούνται διπλωματικά κρίσιμα ζητήματα, οι σφαίρες επιρροής γίνονται σεβαστές από όλους και σε αυτές ανατίθεται η διαχείριση σχέσεων των μικρών δυνάμεων. Πλούτος και ισχύς, διαμορφώνουν τις αξίες της ελευθερίας, ηθικής και δομής του διεθνούς συστήματος. Πρωτεύουσας σημασίας για το κράτος ηγεμών είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση του οικονομικού συντελεστή ισχύος, έτσι εγκαθιδρύει και προστατεύει ένα φιλελεύθερο οικονομικό σύστημα ελεύθερης αγοράς μέσω του οποίου προωθεί συμφέροντα του, πολιτικής φύσεως και ασφαλείας. Έτσι γίνεται φανερό πως κύριο χαρακτηριστικό της ηγεμονεύουσας δύναμης είναι να έχει φιλελεύθερες πεποιθήσεις μιας και τα αυταρχικά κράτη βάση ιστορικού παραδείγματος τείνουν προς τον ιμπεριαλισμό. Με αυτό τον τρόπο σε ένα διεθνές σύστημα φιλελεύθερης αγοράς και αλληλεξάρτησης όπου τα κράτη λόγω εξωτερικών γεγονότων δημιουργούν μια σχέση αμοιβαία, μειώνοντας το ένα την αυτονομία του άλλου, το κράτος ηγεμών έχει την δυνατότητα εγκαθίδρυσης μιας σειράς καθεστώτων τα οποία υπάρχουν ανάμεσα στην δομή ισχύος και το πολιτικό-οικονομικό “παζάρι” αυξάνοντας την αλληλεξάρτηση προσπαθώντας να την διαχειριστούν. Ως αποτέλεσμα δημιουργείται για ορισμένο χρόνο μια κατάσταση ευημερίας. Η ευημερία είναι διττής σημασίας, από την μια πλευρά τα κράτη-μέλη του συστήματος καρπώνονται ένα μέρος αυτής και από την άλλη το κράτος ηγεμών έχει τόσο μεγάλη ισχύ που δεν μπορεί παρά να γίνει αποδεκτό ως ο “game master” και έτσι να νομιμοποιηθεί. Σε αυτό το σημείο τα καθήκοντα του άρχοντος κράτους είναι ξεκάθαρα, σε πρώτο στάδιο πρέπει να έχει το επίπεδο συντελεστών ισχύος ώστε να επιβάλει και την θέληση να προασπίσει τις νόρμες και τους κανόνες της φιλελεύθερης οικονομίας. Στην προσπάθεια ενθάρρυνσης ακολουθούσης της αρχής περί συνεργατικού κέρδους ανάμεσα στα κράτη πρέπει περιπτωσιακά να διαδραματίσει τον ρόλο του “παγκόσμιου αστυνόμου” με στόχο την διασφάλιση της διεθνούς τάξης, συνεργασίας και ασφάλειας.

O R.Gilpin όντας από τους σημαντικότερους εκφραστές της ρεαλιστικής σχολής σκέψης των διεθνών σχέσεων και από τους θεμελιωτές της Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας, εκφράζει την άποψη πως η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μια μονοδιάστατη, καθαρά οικονομοκεντρική έννοια, αλλά ένα πολυδιάστατο πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσονται η διεθνής πολιτική και οικονομία με πρωτοκαθεδρία των διεθνών πολιτικών σχέσεων έναντι της διεθνούς οικονομίας. Πλούτος και πολιτική τίθενται οι σημαντικότεροι πυλώνες διαμόρφωσης του διακρατικού παγκόσμιου γίγνεσθαι. Ο R.Gilpin διαμόρφωσε έναν εμπλουτισμένο ρεαλισμό ο οποίος θα έχει την δυνατότητα να ερμηνεύσει τις πιθανές αλλαγές του διεθνούς συστήματος συνδέοντας την έννοια της ηγεμονίας με αυτή της οικονομικής αποδοτικότητας. Σημαντική τομή του έργου του αποτελεί η εισαγωγή της θεωρίας ηγεμονικού πολέμου. Η εγκαθίδρυση νέας τάξης πραγμάτων με την πτώση ηγεμονιών επιβεβαιώνεται και ιστορικά. Η Πορτογαλία υπήρξε η άρχουσα δύναμη μεταξύ των ετών 1494-1579, βασιζόμενη στην ναυτική της υπερίσχυση, μεταξύ της συνθήκης Ουτρέχτης 1579 και την Ένδοξη Επανάσταση το 1688, άνθισε η Ολλανδία, βασιζόμενη στον έλεγχο πιστώσεων και χρημάτων. Μετά την βιομηχανική επανάσταση παρουσιάζονται δύο ηγεμονικές δυνάμεις που έχουν τα χαρακτηρίστηκα που παρουσιάσαμε στην προηγούμενη παράγραφο, η Βρετανία (Pax Britannica) βασιζόμενη στην βιομηχανική της υπερίσχυση από το 1815 έως το 1914 και η Pax Americana από το 1945 έως το 1971 βασιζόμενη σε κοιτάσματα πετρελαίου. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι κατά τον Gilpin ήταν ηγεμονικοί και σηματοδότησαν την αλλαγή του διεθνούς status quo, συγκεκριμένα θεωρεί πως ο ρόλος των Η.Π.Α ήταν κομβικός, ο κοινός εχθρός ήταν ξεκάθαρος και είχε πρόσωπο την Ε.Σ.Σ.Δ. Οι Η.Π.Α κατά την περίοδο μέχρι το 1973 και την πετρελαϊκή κρίση χαρακτηρίζονται από τους θεωρητικούς της ηγεμονικής σταθερότητας ως αλτρουιστής ηγεμόνας ο οποίος θυσιάζοντας προσωπικούς πόρους προσπαθεί να ενδυναμώσει τα υπόλοιπα κράτη του συστήματος (βλέπε σχέδιο Μάρσαλ) και να εγκαταστήσει καθεστώτα υπέρ του ελεύθερου εμπορίου δίχως την υπονόμευση του συστήματος Bretton Woods. Με αυτό τον τρόπο οι Η.Π.Α προστάτευαν τα πολιτικά θεμέλια της δυτικής συμμαχίας μεταξύ αυτών και των μεγάλων δυνάμεων Ιαπωνία και Δ.Ευρώπη. Με άλλα λόγια η  Αμερική στόχευε στην αλτρουιστική απόλυτη ισχύ όπως αυτή έχει ορίσει ο J.Mearsheimer. Ωστόσο, κατά την δεκαετία του 1970 ένα αμάλγαμα πετρελαϊκής κρίσης και αμφισβήτησης της Αμερικανικής ισχύος οδήγησαν στην αμφισβήτηση των πολιτικών θεμελίων όπως είχαν διαμορφωθεί τα περασμένα χρόνια και αυτό οδήγησε τις Η.Π.Α να υιοθετήσουν μια πιο εγωιστική προσέγγιση της διεθνούς πολιτικής. Ο Gilpin εντοπίζει την σοβαρότητα της κατάστασης στο γεγονός πως μετά το 1991, που έβαλε τίτλους τέλους στο χαλαρό διπολικό διεθνές σύστημα, παρατηρείται όλο και μεγαλύτερη αύξηση περιφερειοποίησης της οικονομίας με την δημιουργία νέων δρώντων όπως της ONE. Οι οικονομικές κρίσεις όπως αυτές του 1997 και 2008, σε ένα πλαίσιο αρνητικών επιπτώσεων παγκοσμιοποίησης και περιφερισμού, δημιουργούν όσο ποτέ την ανάγκη οι Η.Π.Α να δεχθούν την θέση τους ως ο ηγεμών σταθερότητας του κόσμου. Όπως ο Mearsheimer έτσι και ο Gilpin στο έργο του αναφέρει πως οι H.Π.Α δεν πρέπει μονάχα να θριαμβολογούν προεκλογικά για την φιλελεύθερη φύση τους αλλά θα πρέπει να δράσουν με αλλαγές τόσο στην εσωτερική τους ιδιοσυγκρασία όσο και στην λογική της εξωτερικής τους πολιτικής ασπάζοντας in vivo στρατηγικές συνεργασίας στην προσπάθεια οικοδόμησης σταθερότητας και αποφυγής πιθανών συγκρούσεων.

Μια ηγεμονία όπως κάθε ζωντανός οργανισμός όντας κράτος φθάνει σε ένα σημείο δυσκολίας ανάπτυξης, όπως έχει οριστεί αυτή από τον αστροφυσικό Stephen Hawking, με αποτέλεσμα την ελάττωση του status quo και αυτό ακριβώς συμβαίνει και με την ηγεμονία των H.Π.Α, οι οποίες χάνουν σταδιακά την διεθνή οικονομική τους ισχύ σε συνδυασμό με την άνοδο άλλων οικονομιών όπως η Κινεζική. Σύμφωνα με τους θεωρητικούς της ηγεμονικής σταθερότητας οι λόγοι μείωσης ισχύος μιας ηγεμονίας είναι δυνατόν να προέλθουν από εξωτερικούς ή εσωτερικούς παράγοντες. Οι εσωτερικοί κίνδυνοι κυρίως υφίστανται με την μορφή κρατικού ελλείμματος ή χρέους από τον δημόσιο, ιδιωτικό και αμυντικό τομέα. Οι εξωτερικοί παράγοντες παίρνουν την μορφή διλήμματος εξουσίας όπου το ηγεμών κράτος έχοντας ως στόχο την απόλυτη ισχύ και προωθώντας την ελεύθερη παγκόσμια αγορά τα υπόλοιπα κράτη αυξάνουν την ισχύ τους οπότε το κράτος στην κορυφή της πυραμίδας θα πρέπει να ξοδέψει τα διπλά ή τριπλά χρήματα ώστε να διατηρήσει το status quo, δημιουργώντας μια νέα μορφή ανταγωνισμού. Ακόμη, υφίσταται το πρόβλημα των “free riders” όπως το χαρακτήρισε ο πρώην POTUS Trump για την περίπτωση των μελών του NATO. Οι Η.Π.Α στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, το οποίο λειτουργεί ως όργανο τους για την διατήρηση της παγκόσμιας σταθερότητας, επενδύουν μεγάλο αριθμό πόρων σε σχέση με άλλα κράτη τα οποία απλώς «απολαμβάνουν» τα οφέλη. Ως αποτέλεσμα μια “κουρασμένη” Αμερική παρατηρεί πτώση των συντελεστών ισχύος της και διαφορική αύξηση ισχύος της Κίνας. Παρά ταύτα δεν υπάρχει ή τουλάχιστον δεν είναι εμφανής μια πιθανότητα νέου ηγεμονικού στρατιωτικού πολέμου. Η πυρηνική αποτροπή η οποία έχει ως άμεσο στόχο την διατήρηση της ειρήνης σε σχέση με την ισορροπία ισχύος που το επιτυγχάνει περιστασιακά, έχει δημιουργήσει μια ισορροπία φόβου εμπόλεμης σύρραξης και καταστροφής του πολιτισμού. Ακόμη, ίσως η απάντηση στο γιατί δεν έχουμε πόλεμο κρύβεται στο γεγονός πως οι Η.Π.Α διαχειρίστηκαν τα τόσα χρόνια μονοκρατορίας τους με την κατακόρυφη αύξηση δημιουργίας καθεστώτων. Ξεκάθαρο παράδειγμα αποτελεί ο μεγάλος όγκος συνθηκών που είναι μέλος οι Η.Π.Α, για παράδειγμα NAFTΑ, Συνθήκη του Ρίο. Με αυτά τα όπλα στην φαρέτρα τους και με ένα διεθνές σύστημα καθαρά ταγμένο και διαμορφωμένο ενάντια στον πόλεμο, ο οικονομικός πόλεμος είναι μονόδρομος. Κίνα και Αμερική θα πρέπει να συνεργαστούν στο διεθνές, φιλελεύθερης καπιταλιστικής οικονομίας, σύστημα αλληλεξάρτησης με σκοπό να έχουν οφέλη. “King maker” ρόλος, κρισιμότερος ακόμη και από αυτό του ηγεμονικού κράτους πιθανόν να ανατεθεί στην Ρωσία η οποία θα έχει στα χέρια της το πινέλο ώστε να ζωγραφίσει την νέα τάξη πραγμάτων, ανάλογα με την συμμαχία που θα θελήσει να συνάψει. Από την πλευρά της Κίνας, όπως αναφέρει ο J.Mearsheimer, ο δρόμος ωστόσο δεν είναι στρωμένος ιδανικά. Ναι μεν η Ασιατική χώρα κατέχει τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπινου εργατικού δυναμικού ο οποίος σε συνδυασμό με τον υψηλό αριθμό γεννήσεων την θέτει την πιο ανεπτυγμένη οικονομία, ωστόσο, το πολιτικό της υπόβαθρο με το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό να έχουν βαθιές ρίζες, θέτουν την Κίνα αδύναμη να αναλάβει τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που θα χρειαστούν ώστε να αναλάβει τα ινία μιας παγκόσμιας ηγεμονικής σταθερότητας ακόμη και να το θελήσει.

Η θεωρία ηγεμονικής σταθερότητας αποτέλεσε για αρκετά χρόνια πεδίο σκέψης και προβληματισμού. Δόθηκε ως απάντηση, μέσα στο φυτώριο του ψυχρού πολέμου, στο ερώτημα πώς μπορεί μια παγκόσμια φιλελεύθερη αγορά να λειτουργήσει στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης υπό ένα άναρχο διεθνές σύστημα. Η απάντηση της είναι ξεκάθαρη και συνάμα χαλεπή, η ανάδειξη μιας χώρας ως άρχουσα είναι το αρχικό επίπεδο το οποίο θα πρέπει να ακολουθηθεί, σε δεύτερο επίπεδο αυτή καλείται να πληροί συγκεκριμένα κριτήρια και να είναι διατεθειμένη όχι μόνο να αναλάβει τον σημαντικό της ρόλο αλλά και να κάνει θυσίες για αυτόν. Θεωρητικοί όπως ο R.Gilpin, με αρκετή οξυδέρκεια, εντόπισαν πως μονάχα η Αμερική μπορεί και θα πρέπει να πάρει την αρχηγία του κόσμου ώστε να μην υπάρξει περίοδος αποσταθεροποίησης. Μετά από τόσα χρόνια θυσιών και ηγεσίας, οι Η.Π.Α, βρίσκονται μπροστά σε ένα δίλημμα: Μπορούν να συνεχίσουν να πληρούν τον ρόλο τους ή η αναδυόμενη ταχύτατα Κίνα θα τις υπερκαλύψει; Τέλος, μέσα από τον συσχετισμό ισχύος που προσφέρει η θεωρία ηγεμονικής σταθερότητας γεννάται ερώτημα περί δημιουργίας νέων κομβικών ρόλων στο διεθνές σύστημα για χώρες που αν και δεν διεκδικούν άμεσα την ηγεμονία μπορεί να παίξουν καθοριστικό ρόλο στο ποιος θα “κάτσει στον θρόνο”.

Βιβλιογραφία:

  • Κουσκουβέλης, Η. (2010). Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις. ΠΟΙΟΤΗΤΑ.
  • Dinan, D. (2014). Origins and Evolution of the European Union. Oxford University Press.
  • Deutsch, K.W. (2015). Political Community and the North American Area. Princeton University Press.
  • Gilpin, R. (1987). The Political Economy of International Relations. Princeton University Press.
  • Gilpin, R. (1983). War and Change in World Politics. Cambridge University Press.
  • Bull, H. (2002). The Anarchical Society. Columbia University Press.
  • Kouskouvelis, I. (2018). Thucydides on Choice and Decision Making: Why War Is Not Inevitable. Lexington Books.
  • Morgenthau, H. (2005). Politics Among Nations. McGraw-Hill Education.
  • Mearsheimer, J.J. (2014). The Tragedy of Great Power Politics. W.W Northon and Company.
  • Orme Jr, W.A (1996). Understanding NAFTA: Mexico, Free Trade, and the New North America. University of Texas Press.