Γράφει ο Μάνος Δραγώγιας
Εμπιστευτικό, ο υπουργός των Ναυτικών Winston L.S. Churchill, προς τον στρατηγό Sir Douglas αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, 1η Σεπτεμβρίου 1914. «Συμφώνησα χθες με τον στρατηγό Horatio H. Kitchener να συναντηθούν οι δύο αξιωματικοί του Επιτελείου του Ναυτικού και οι δύο αξιωματικοί του τμήματος επιχειρήσεων της πολεμικής υπηρεσίας. Αυτοί θα αρχίσουν συνομιλίες για τον τρόπο με τον οποίο, η χερσόνησος της Καλλίπολης μπορεί να καταληφθεί από μία ισχυρή ελληνική στρατιά, για να ανοίξουν με τον τρόπο αυτό στον Βρετανικό στόλο, την δίοδο προς την θάλασσα της Προποντίδας».Με το έγγραφο αυτό αρχίζει μια από τις μεγαλύτερες περιπέτειες του Α’Π.Π.
Η Βρετανική απόβαση στη χερσόνησο της Καλλίπολης μεταβάλλεται σε αιματηρή ήττα, σε μία γεμάτη απώλειες επιχείρηση του στόλου και του στρατού ξηράς. Ο Churchill αναγκάζεται να παραιτηθεί και θεωρείται από τότε ένας αδιόρθωτος φαντασιόπληκτος. Τι συνέβη όμως στην πραγματικότητα; Η ιστορία δικαίωσε τον Churchill, δεν ήταν φαντασιοκόπος, αλλά το μοναδικό στρατηγικό πνεύμα του οποίου η τρομερή ιδέα της Καλλίπολης καταδικάστηκε σε αποτυχία από στενόμυαλους στρατιωτικούς και γραφειοκράτες. Τυφλές συμπτώσεις συντελέστηκαν, ώστε να ματαιωθεί το σχέδιο πριν ακόμη τεθεί σε πλήρη εφαρμογή.
Όταν ο Churchill μετά την πρώτη του εισήγηση προωθεί περαιτέρω το ζήτημα, τον καθοδηγούν δύο βασικά γεγονότα, πρώτον, στα δυτικά πεδία των μαχών οι εμπόλεμοι καθηλώθηκαν στις θέσεις τους. Αν και από τα δύο μέρη χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδων στρατιωτών θυσιάζονται από τα πυρά του πυροβολικού στη νεκρά ζώνη των συρματοπλεγμάτων και υπό τις ριπές των πολυβόλων, δεν παρατηρείται πουθενά καμία πρόοδος.
Στα απομνημονεύματα του ο Churchill χαρακτηρίζει ως ανόητη και άσκοπη τη διεξαγωγή ενός πολέμου, αντικειμενικός σκοπός του οποίου είναι οφθαλμοφανές, ο θάνατος όσο το δυνατόν περισσότερων αντιπάλων. Ζητά έναν τρόπο να απαγκιστρωθεί από την αφελή πολιτική των στρατηγών που αποβλέπει μόνο στην εξάντληση και την καταστροφή του αντιπάλου. Δεύτερον, στο ανατολικό πολεμικό μέτωπο εμφανίζονται σοβαρά φαινόμενα κρίσης για τα οποία ο ίδιος ο Churchill γράφει τα εξής, «κατά τους τρείς πρώτους μήνες του πολέμου οι Ρώσοι έριχναν κατά μέσο όρο 45.000 οβίδες ημερησίως. Η ρωσική βιομηχανία δεν παρήγαγε περισσότερες από 35.000 οβίδες μηνιαίως. Κατά τις αρχές του Δεκεμβρίου του 1914 υπήρχαν μόνο 300.000 οβίδες, δηλαδή όσες χρειάζονται μόνο για μια εβδομάδα. Όχι λιγότερο επικίνδυνες ήταν και οι ελλείψεις στα όπλα. Η τσαρική αυτοκρατορία λόγω της ανωτερότητά της σε ανθρώπινο-στρατιωτικό δυναμικό, ήταν φύσιν αδύνατον να οπλισθεί».
Ο Churchill θέλει να λύσει μονομερώς τα διάφορα προβλήματα. Η επιχείρηση την οποίαν έχει υπόψιν του θα σημειώσει το τέρμα της μαζικής δολοφονίας στο δυτικό μέτωπο. Ταυτόχρονα, θα αποτελέσει μαζική απειλή εναντίον της Γερμανίας και θα ανοίξει τον δρόμο προς την ταχεία προμήθεια πολεμικού υλικού στη Ρωσία. «Όσο αποφασιστικότερος, λέει, είναι ο πολεμικός ηγέτης τόσο περισσότερο νικά μέσω της ανώτερης τακτικής του και τόσο επίσης λιγότερο είναι το αίμα που χύνεται». Με αυτά τα λόγια του, ο νεαρός τότε Winston Churchill, ηλικίας μόλις 36 ετών, αναπτύσσει ιδέες και σχεδιασμούς που ενοχλούν τους γηραιότερους επαγγελματίες στρατιωτικούς. Ο δυναμικός όμως υπουργός των Ναυτικών επιμένει και απευθύνεται στον πρωθυπουργό. «Δεν υπάρχει, ρωτά άλλη λύση, παρά να στείλουμε τα στρατεύματα μας στη Φλάνδρα, και να τα ρίξουμε εναντίον συρματοπλεγμάτων; Μια επίθεση από θαλάσσης κατά του Schleswig-Holstein, θα σήμαινε άμεση απειλή κατά του Kiel της Δανίας και επομένως θα μας άνοιγε την πρόσβαση στη Βαλτική Θάλασσα. Η Βρετανική κυριαρχία στη θάλασσα θα επέτρεπε στα ρωσικά στρατεύματα να κάνουν απόβαση σε απόσταση 90 μιλίων από το Βερολίνο και ο εχθρός, ο οποίος συναντά ήδη μεγάλες δυσχέρειες σε όλα τα μέτωπα, θα απειλείται σε νέα ζωτικά σημεία».
Πολύ παρακινδυνευμένο το σχέδιο, αποφαίνονται οι επαγγελματίες στρατιωτικοί, αφού εξέτασαν με δισταγμούς και επιφυλάξεις τις λεπτομέρειες του. Έτσι, το σχέδιο του Churchill περί απόβασης στην Βαλτική θάλασσα, με αντικειμενικό σκοπό το Βερολίνο, τίθεται στο αρχείο. Εντωμεταξύ, εντάθηκαν οι γερμανικές προσπάθειες του προσεταιρισμού της Τουρκίας ως συμμάχου. Σε περίπτωση που το Βερολίνο αποτύγχανε στο σχέδιο αυτό, τότε ήταν ζωτικό ζήτημα για τη Μεγάλη Βρετανία να καταφέρει ένα χτύπημα κατά της Κωνσταντινούπολης. Για να φτάσουν, όμως βρετανικά πλοία μέχρι την τουρκική πρωτεύουσα πρέπει πρώτα να διέλθουν από τα Στενά των Δαρδανελίων, που οδηγούν στην Προποντίδα. Κλειδί για το επιχείρημα αυτό είναι η χερσόνησος της Καλλίπολης με τα αρκετά πρωτόγονα οχυρωματικά της έργα.
Όποιος κατέχει την χερσόνησο της Καλλίπολης, ελέγχει ταυτόχρονα τη θαλάσσια οδό προς τον Βόσπορο και έχει ευνοϊκή βάση εξόρμησης προς την Κωνσταντινούπολη, προς τη Ρωσία και κατά την έκφραση του Churchill, προς το μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης. Το ζήτημα τώρα είναι αν η Τουρκία θα συμμετέχει σε αυτόν το πόλεμο και είναι με το μέρος της Γερμανίας. Η τουρκική κυβέρνηση δε δείχνει τόση προθυμία, όση θα έλπιζαν στο Βερολίνο. Ο τουρκικός στρατός και ο τουρκικός στόλος βρίσκονται σε τόσο άσχημη κατάσταση, που ένας ακόμη πόλεμος θα ήταν το τελευταίο πράγμα που θα ήθελαν αυτή τη στιγμή να αντιμετωπίσουν. Τότε συμβαίνει κάτι που ενίσχυσε σημαντικά το φιλοπόλεμο κόμμα των Νεότουρκων, το οποίο σκηνοθετήθηκε για τον σκοπό αυτό από τη Γερμανία.
Πράγματι, την 11η Αυγούστου του 1914, ακριβώς δέκα μέρες μετά την κήρυξη του πολέμου, το γερμανικό θωρηκτό Goeben και το μικρό εύδρομο Breslau αγκυροβολούν προ της Κωνσταντινούπολης. Κατόρθωσαν να διαφύγουν από την καταδίωξη ισχυρών αγγλικών και γαλλικών μονάδων και να εισέλθουν έγκαιρα στα στενά των Δαρδανελίων. Στην Κωνσταντινούπολη, τα δύο πολεμικά αλλάζουν τυπικά ιδιοκτήτη. Το Goeben μετονομάζεται σε Sultan Yavuz Selim και το Breslau σε Midilli. Επίσης, αντί της γερμανικής υψώνουν την τουρκική σημαία, αλλά και στα γερμανικά τους πληρώματα συντελείται μια αλλαγή. Οι αξιωματικοί αφαιρούν τα πηλήκια τους και τώρα φέρουν το κόκκινο τούρκικο φέσι. Κατά τους τύπους, τα Goeben και Breslau μεταβλήθηκαν τώρα σε τουρκικά πλοία με γερμανικά πληρώματα βρισκόμενα σε τουρκική υπηρεσία. Η σημασία τους είναι διφορούμενη, ασκούν αφενός μυστική πίεση στη τουρκική κυβέρνηση, ενώ ταυτόχρονα της δίνουν την εντύπωση -και φυσικά θέλουν να πιστεύει- ότι ο στόλος της είναι απόλυτα αξιόμαχος.
Παρόλα αυτά όμως, οι Νεότουρκοι διστάζουν ακόμα να δαγκώσουν το ξινό μήλο. Αντί να μπει στον πόλεμο η Τουρκία, δηλώνει πως βρίσκεται σε κατάσταση ένοπλης ουδετερότητας. Το Βερολίνο χάνει την υπομονή του και τελικά μια ΄΄σπρωξιά΄΄ αναγκάζει την διστακτική Τουρκία να μεταβληθεί σε σύμμαχο της Γερμανίας. Ο ναύαρχος Fon Undezam, ο ανώτατος διοικητής των δύο τουρκογερμανικών πολεμικών, αποφασίζει να γράψει ένα μικρό κεφάλαιο στην παγκόσμια ιστορία, με διαταγή φυσικά των προϊσταμένων του στο Βερολίνο. «Οι ΄΄Τούρκοι πατριώτες΄΄ δε θα κατορθώσουν στο προσεχές μέλλον να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την διστακτική πολιτική της κυβέρνησής τους, αν δεν υποστηριχθούν ενεργά», παρατηρεί ο Walter Fon Sen σε μια έρευνα του στην Καλλίπολη. Υπό τον όρο ΄΄Τούρκοι πατριώτες΄΄ ο Undezam εννοεί το φιλοπόλεμο κόμμα της Τουρκίας. Τότε, προσθέτει ο ίδιος, αποφάσισε ο ναύαρχος να αναλάβει αυτός την ευθύνη και να δημιουργήσει μια κατάσταση, από την οποία δε θα είναι πλέον δυνατή καμιά υποχώρηση.
Την 27η Οκτωβρίου του 1914 τα εύδρομα και τα τορπιλοβόλα του τουρκικού στόλου, σήκωσαν τις άγκυρες τους και υπό γερμανική διοίκηση κατευθύνθηκαν προς την Μαύρη Θάλασσα. Τα σχέδια και οι δηλώσεις για ειρήνη, καθώς και η ουδετερότητα της τουρκικής κυβέρνησης φαίνεται να μην ευσταθούν, όταν πληροφορήθηκαν για το πραξικόπημα. Στην Κωνσταντινούπολη καταφθάνουν ανησυχητικές πληροφορίες. Το θωρηκτό Goeben βομβάρδισε την Οδησσό και το εύδρομο Breslau τις αποθήκες πετρελαίου του Novorossiysk. Δύο μέρες αργότερα έχει ο Σουλτάνος Mohmed Resad ο Ε΄ στα χέρια του την κήρυξη πολέμου από μέρους της Ρωσίας, την οποία ακολουθούν κατά πόδας παρόμοιες διακοινώσεις της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας.
Εν κατακλείδι, τώρα είναι υποχρεωμένη η Τουρκία, είτε το θέλει είτε όχι να πολεμήσει στο πλευρό της συμμάχου Γερμανίας. Ο ναύαρχος Wilhelm A. Souchon κατόρθωσε πραγματικά, να δημιουργήσει μία κατάσταση από την οποία «δεν θα είναι πλέον δυνατή καμία υποχώρηση». Ο Τουρκικός λαός επισφραγίζει με το αίμα του αυτή την συμμαχία.
Πηγές:
- Ιωαννίδης Γεώργιος, « Ο ρόλος των διεθνών συμφερόντων στη διαμόρφωση του νομικού καθεστώτος των Στενώνκαι οι σύγχρονες επιδιώξεις », Διπλωματική εργασία. Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών. Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Διακυβέρνηση, Ανάπτυξη και Ασφάλεια στη Μεσόγειο», Ρόδος, Δεκέμβριος 2017, https://hellanicus.lib.aegean.gr/handle/11610/19239
- Βαρούτσος Παναγιώτης, « Η Μικρασιατική καταστροφή και η εμπλοκή των μεγάλων δυνάμεων » Διπλωματική εργασία, Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Σπουδών, Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών, Καλαμάτα, 2019, http://amitos.library.uop.gr/xmlui/handle/123456789/5160
- Matthew S. Seligmann, The Renaissance of Pre-First World War Naval History, Department of Politics and History, Brunel University, London U.K, The Journal of Strategic Studies, 2013, https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/01402390.2013.795037
Πηγή εικόνας: