Από το παράδειγμα της Λευκορωσίας στις σύγχρονες προεκτάσεις της
Ακροδεξιάς στην ΕΕ
γράφει η Θεοδώρα Βουνίδη
Η Λευκορωσία πραγματοποιεί τον μεγαλύτερο ανασχηματισμό μετά το 2014 με τον πρόεδρο Αλεκσαντρο Λουκασένκο να παύει τον Αντρέι Κομπιάκοφ και πολλούς άλλους υπουργούς για σκάνδαλο διαφθοράς στο χώρο της υγείας. Μετά την παύση του πρωθυπουργού, ακολουθεί η αντικατάστασή του από τον Σεργκέι Ρούμας, που ως πρότινος εκτελούσε χρέη επικεφαλής της Αναπτυξιακής Τράπεζας της Λευκορωσίας. Το γεγονός αυτό εντυπωσιάζει την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού η χώρα δείχνει να έχει διάθεση αλλαγής και εκδημοκρατισμού. Μια σύντομη αναδρομή, όμως, στο πρόσφατο παρελθόν, καθιστά αναντίρρητο το γεγονός ότι οι δημοκρατικές αρχές που θεμελιώνουν το οικοδόμημα της ΕΕ δύσκολα απαντώνται στο εσωτερικό του πρώην Σοβιετικού κρατιδίου.
Η χώρα είναι ανεξάρτητη από το 1991 μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ και το 1994 θέσπισε Σύνταγμα το οποίο ισχύει ως σήμερα. Στις εκλογές του 1994, την εξουσία λαμβάνει ο Λουκασένκο, ο οποίος συνεχώς ανανεώνει την θητεία του έως και σήμερα.
Τα πρώτα χρόνια της εξουσίας του, ο Λουκασένκο κατέστησε σαφές πως η Λευκορωσία τάσσεται με το πλευρό της Ρωσίας, κάτι που άλλαξε όταν η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία. Παρόλα αυτά, ο Λουκασένκο συνεχίζει να προωθεί ένα αυταρχικό πρότυπο διακυβέρνησης, το οποίο έχει πολλές ομοιότητες και σταδιακά ξεπέρασε σε απολυταρχισμό το αντίστοιχο της Ρωσίας.
Ο Λευκορώσος ηγέτης έχει οικειοποιηθεί τα Μέσα Ενημέρωσης και με αυτό τον τρόπο υποσκάπτει την αντιπολίτευση, η οποία πολλές φορές δεν καταφέρνει ούτε στο ελάχιστο να καταστήσει εμφανή την παρουσία της. Ακολουθώντας πίστα τη ρήση του Ουμπέρτο Εκο, ο οποίος είχε τονίσει ότι « σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν δικτατορίες με τούβλα, από τη στιγμή που υπάρχει η τηλεόραση », ο Λουκασένκο πρωταγωνιστεί σε όλα τα δελτία ειδήσεων και τις δημοσιές συζητήσεις, ενώ η χώρα του είναι εκείνη με τα χαμηλότερα ποσοστά ελευθερίας έκφρασης και τύπου σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ταυτόχρονα η Λευκορωσία εφαρμόζει σύστημα ελέγχου των πολιτών μέσα από το διαδίκτυο, αποκλείοντας τους ακτιβιστές και μπλοκάροντας σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, γεγονός που αποδεικνύει περίτρανα την ανελευθερία του λόγου που υφίστανται οι πολίτες της.
Η συμπεριφορά της κυβέρνησης προς την αντιπολίτευση είναι υπερβολικά σκληρή με την τελευταία να κατηγορεί την κυβέρνηση δημόσια πως ακόμα και εν έτη 2018 τιμωρεί με βασανιστήρια τους αντιφρονούντες. Φυσικά, ένας τέτοιος ισχυρισμός, όσο υπερβολικός και αν μοιάζει, δεν είναι αποκύημα της φαντασίας. Η Λευκορωσία είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που χρησιμοποιεί την θανατική ποινή ως μέσο σωφρονισμού σε περίοδο ειρήνης. Η θανατική ποινή, γενικότερα, είναι απαγορευμένη στην Ευρώπη και, πέραν της Λευκορωσίας, μόνο το Καζακστάν τη διατηρεί ως μέθοδο και μάλιστα περιορισμένη να προορίζεται μόνο για εμπόλεμες περιόδους.
Δίκαια, λοιπόν, η Λευκορωσία έχει χαρακτηριστεί από πολλούς σύγχρονους πολιτικούς επιστήμονες ως η τελευταία αυταρχική χώρα στην Ευρώπη.
Είναι ωστόσο αδιαμφισβήτητο, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται διάθεση αλλαγής της απολυταρχικής της κατεύθυνσης και εξισορρόπησης των σχέσεων με την Ρωσία και την ΕΕ.
Ήδη από το 2014 και την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, η χώρα άρχισε να ανησυχεί για επικείμενη προσάρτηση της. Αυτό το σενάριο δεν θα ήταν καθόλου εξωπραγματικό, αφού η Λευκορωσία έχει ως δεύτερη επίσημη γλώσσα τα ρωσικά, η τηλεόραση είναι κατά το ήμισυ ρωσική και φυσικά έχει στενή οικονομική εξάρτηση από την Μητέρα Ρωσία, η οποία την εφοδιάζει με φυσικό αέριο και πετρέλαιο και αποτελεί τον βασικό εμπορικό της εταίρο. Η προσάρτηση σαφώς μπορεί ποτέ να μην γίνει εδαφική, αλλά σίγουρα τείνει να γίνει εσωτερική και κοινωνική.
Ταυτόχρονα, πνεύμα αλλαγής αποπνέει η υπόσχεση του Λουκασένκο προς την Ευρωπαϊκή Ένωση πως θα καταργήσει την θανατική ποινή στη Λευκορωσία και πως θα εκσυγχρονίσει το σύστημα διακυβέρνησης του. Η αντιπολίτευση δύσπιστη τον κατηγορεί πως αυτό είναι μια κάλυψη πίσω από την οποία προσπαθεί να βρει συμμάχους μετά την αποτυχία του σχεδίου σύμπλευσης με την Ρωσία.
Η Ευρωπαϊκή ένωση έχει ενθαρρυντική διάθεση, δεδομένης της έξαρσης του κύματος της Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη. Πρόσφατα το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έθεσε σε χρήση το άρθρο 7 της Συνθήκης κατά της Ουγγαρίας, αφού θεώρησε πως παραβίαζε το Ευρωπαϊκό δίκαιο στο θέμα των προσφύγων. Η ευρωπαϊκή Ένωση το έχει πράξει ξανά στο παρελθόν και συγκεκριμένα τον Δεκέμβριο του 2017 με την Πολωνία. Ταυτόχρονα, παρατηρείται αύξηση του εκλογικού ποσοστού των ακροδεξιών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη με χαρακτηριστικότερο όλων το παράδειγμα κορυφαίων χωρών, όπως η Αυστρία, Γαλλία, Ελβετία, Δανία, όπου αυτά τα κόμματα επιτυγχάνουν ολοένα και υψηλότερα ποσοστά.
Αυτό σημαίνει πως η Ευρώπη ανησυχεί για την έξαρση και εξάπλωση της ακροδεξιάς, φαινόμενο που απειλεί τα δημοκρατικά ιδεώδη της ένωσης και τις άξιες της κατά του ρατσισμού, του εθνικισμού και της παντός είδους μισαλλοδοξίας. Συνάμα, απειλεί τα θεμέλια της ευρωπαϊκής πολιτικής υπέρ των προσφύγων και πολύ παραπάνω την ομοιογένεια της ευρωπαϊκής Ηπείρου, στην οποία κάθε κράτος με τον δικό του ρυθμό μπορεί να ανήκει σε μια ένωση που σέβεται τα δικαιώματα του καθενός και θέτει υποχρεώσεις για όλους.
« Θα ξαναγυρισουμε και η γη θα τρέμει »…;
Μήπως τελικά επαληθεύονται τα τελευταία λόγια του Γκέμπελς; Μήπως η απειλή είναι πλέον κοντά και ξυπνά μνήμες ενός ζοφερού ευρωπαϊκού παρελθόντος; Μήπως η Λευκορωσία δεν είναι ακόμα έτοιμη να λάβει μέρος στο όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης; Το σίγουρο είναι πως η ευρωπαϊκή ένωση δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει την Ευρώπη στο έλεος της Ακροδεξιάς για ακόμα μια φορά.
Βιβλιογραφια:
Jodi.graphics