Γράφει η Θωμαΐς Σαρακινιώτη
Η πανδημία του κορωνοϊού είναι πρωτίστως μια υγειονομική κρίση, με άμεσο αντίκτυπο σε κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα της επικαιρότητας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η εκπαίδευση αντιμετωπίζει τεράστιο πλήγμα, με σχολεία, πανεπιστήμια και κέντρα εκπαίδευσης να κλείνουν το ένα μετά το άλλο, αποκρυσταλλώνοντας, έτσι, το δίλημμα μεταξύ μείωσης των επαφών ή κλεισίματος των σχολείων και της διατήρησης τους, με την εκπαίδευση και την οικονομία να παραμένουν σε ελεγχόμενο επίπεδο. Η βραχυπρόθεσμη αυτή μεταβολή γίνεται αισθητή από τους άμεσα εμπλεκόμενους και τις οικογένειές τους, επηρεάζοντας τόσο τη μάθηση, την παραγωγικότητα, όσο και την κοινωνική ζωή των νέων. Παιδιά σε κάθε χώρα έρχονται αντιμέτωπα με τις επιπτώσεις του COVID-19 στην εκπαίδευση, ιδιαίτερα, όμως, οι πρόσφυγες, που πλήττονται βαθύτατα και βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Πριν από την πανδημία, ένα παιδί πρόσφυγας ήταν δύο φορές πιο πιθανό να βρίσκεται εκτός σχολείου απ’ ό,τι ένα παιδί που δεν είναι πρόσφυγας.
Με σχεδόν 1,2 δισεκατομμύρια παιδιά εκτός σχολείου, λόγω της πανδημίας COVID-19, οι εγγενείς ανισότητες στην πρόσβαση στο διαδίκτυο και σε άλλα εργαλεία που τους επιτρέπουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους απειλεί να βαθύνει την παγκόσμια κρίση στη μάθηση, η οποία μπορεί να προϋπήρχε, παρουσιάζει, όμως, πια μια βαθύτερη εκπαιδευτική ανισότητα σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα στοιχεία της UNICEF αποκαλύπτουν ότι, σε 71 χώρες παγκοσμίως, λιγότερο από το ήμισυ του πληθυσμού έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Ωστόσο, σχεδόν τα τρία τέταρτα των κυβερνήσεων σε 127 χώρες που αναφέρουν στοιχεία χρησιμοποιούν διαδικτυακές πλατφόρμες για την παροχή εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τα αντικρουόμενα αυτά στοιχεία υποδηλώνουν την έλλειψη ετοιμότητας του παγκόσμιου εκπαιδευτικού συστήματος να υποστηρίξει το σχεδιασμό της διαδικτυακής εκπαίδευσης και να προσφέρει ισότιμα την πρόσβαση στην εκπαίδευση και τη μάθηση.
Ενδεικτικά, σαν εναλλακτικό μέσο, πολλές χώρες χρησιμοποιούν την τηλεόραση για την παροχή εκπαίδευσης εξ αποστάσεως, παρά τις διαφορές στην κατοχή της τηλεόρασης που άπτονται στις υποανάπτυκτες κυρίως χώρες. Εξετάζοντας με αριθμούς τα δεδομένα, πάνω από το 90% των χωρών στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία χρησιμοποιούν το μέσο της τηλεόρασης και το 100% στη Νότια Αμερική. Στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, το ποσοστό είναι 77%. Η UNICEF σημειώνει χαρακτηριστικά πως τα παιδιά που ζουν σε αστικές περιοχές έχουν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν τηλεόραση από τα παιδιά της υπαίθρου. Η μεγαλύτερη ανισότητα μπορεί να εντοπιστεί στην υποσαχάρια Αφρική, όπου, για παράδειγμα, μόνο 1 στα 100 σπίτια στο αγροτικό Τσαντ έχει τηλεόραση, σε σύγκριση με 1 στα 3 σπίτια στις πόλεις. Οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν, επίσης, το ραδιόφωνο για την παροχή εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Η κατοχή ραδιοφώνου διαφέρει τόσο μεταξύ όσο και εντός της περιοχής. Συσκευές μπορούν να βρεθούν μόνο σε 1 στα 5 νοικοκυριά στη Νότια Ασία, σε σύγκριση με 3 στα 4, στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική.
Τα παραπάνω δεδομένα υποδεικνύουν τις εναλλακτικές μεθόδους που εφαρμόζονται, καθώς και τη δυσκολία ενσωμάτωσής τους στους πληθυσμούς ανά τον κόσμο και κυρίως σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες. Αξιοσημείωτη είναι η έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες με τίτλο «Ενώνοντας Δυνάμεις για την Εκπαίδευση των Προσφύγων» (“Coming Together for Refugee Education”), όπου, μεταξύ άλλων, γίνεται λόγος για την επιτακτική ανάγκη της διεθνούς κοινότητας να λάβει δράση απέναντι στις καταστροφικές και απειλητικές επιπτώσεις του COVID-19 στην εκπαίδευση των προσφύγων.
Η κατάσταση αυτή πρόκειται να επιδεινωθεί. «Τα μισά παιδιά πρόσφυγες στον κόσμο βρίσκονταν ήδη εκτός σχολείου», δήλωσε ο Filippo Grandi, Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. «Μετά από όσα έχουν περάσει, δεν μπορούμε να τους στερήσουμε το μέλλον τους με το να τους αρνηθούμε σήμερα την εκπαίδευση. Παρά τις τεράστιες προκλήσεις που έχει δημιουργήσει η πανδημία, εάν δοθεί μεγαλύτερη διεθνής στήριξη στους πρόσφυγες και τις κοινότητες υποδοχής τους, μπορούμε μέσα από διευρυμένα πρωτοποριακά μέσα να προστατεύσουμε την τόσο πολύτιμη πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην εκπαίδευση των προσφύγων τα τελευταία χρόνια.»
Εν κατακλείδι είναι εμφανής η σοβαρή επίδραση της πανδημίας στην εκπαίδευση, αλλά και στα δικαιώματα των παιδιών στην μάθηση. Σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί ο Στόχος 4 της Βιώσιμης Ανάπτυξης για τη διασφάλιση περιεκτικής και ισότιμης ποιοτικής εκπαίδευσης για όλους, σύσσωμη η εκπαιδευτική κοινότητα παγκοσμίως οφείλει να εργαστεί σκληρά και συλλογικά, δίνοντας την ευκαιρία στους νέους να έχουν ένα αξιοπρεπές μέλλον, μέσα από ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση.
Πηγές
Murphy, R and G Wyness, “Minority Report: the impact of predicted grades on university admissions of disadvantaged groups”, 2020. CEPEO Working Paper Series No 20-07 Centre for Education Policy and Equalising Opportunities, UCL Institute of Education.
Piopiunik, M, G Schwerdt, L Simon and L Woessman, Skills, signals, and employability: An experimental investigation, 2020. European Economic Review. Διαθέσιμο σε: Skills, signals, and employability: An experimental investigation – ScienceDirect
Goldschmidt, K., & Msn, P. D., The COVID-19 pandemic: Technology use to support the wellbeing of children, 2020.Journal of Pediatric Nursing. Διαθέσιμο σε https://doi.org/10.1016/j.pedn.2020.04.013
UNHCR, The UN refugee Agency, Coming Together For Refugee Education, 2020 Report. Διαθέσιμο σε: UNHCR – Coming Together For Refugee Education. Education Report 2020
Sun, L., Tang, Y., & Zuo, W., Coronavirus pushes education online, 2020. Nature Materials. Διαθέσιμο σε: https://doi.org/10.1038/s41563-020-0678-8
Πηγή εικόνας : https://www.unicef.org/