Loading...
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

«Εγκλωβισμένοι στο κατώφλι της Ευρώπης» Το προσφυγικό στο επίκεντρο ελληνικής και διεθνούς επικαιρότητας

Δικαιολογημένα το προσφυγικό διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη σκηνή της ελληνικής και της διεθνούς επικαιρότητας σήμερα. Πρόκειται για ένα από τα πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα της διεθνούς κοινότητας που τα τελευταία χρόνια ειδικά, μοιάζει άλυτο και ταυτόχρονα παρουσιάζεται ως ιδιαιτέρως επείγον. Επείγον, γιατί το προσφυγικό δεν αποτελεί απλώς ένα θεωρητικό ζήτημα διεθνούς δικαίου, ένα αντικείμενο διπλωματικών διαπραγματεύσεων, ένα θέμα στον κατάλογο της ημερήσιας διάταξης μιας Συνόδου Κορυφής. Πέρα και πάνω από αυτά το προσφυγικό αποτελεί ένα πρόβλημα ανθρώπινο∙ το πρόβλημα ενός λαού που ξεριζώνεται, ενός παιδιού που μεγαλώνει υπό άθλιες συνθήκες, ενός νησιού που πνίγεται από τα προσφυγικά ρεύματα.
Ο προσφυγικός συναγερμός έχει ήδη σημάνει και στο άκουσμα του αναγκαίες φαίνονται οι σχετικές ρυθμίσεις διεθνούς δικαίου καθώς και η συνεργασία και η αλληλεγγύη μεταξύ όλων των κρατών.
Μία από τις προβληματικές πτυχές του προσφυγικού στην οποία θα ήθελα να εστιάσω, όχι μόνο λόγω του εθνικού ενδιαφέροντος που παρουσιάζει για τη χώρα μας, αλλά κυρίως διότι συνιστά μία ιδιαιτέρως δύσκολη και κρίσιμη από άποψη διεθνούς δικαίου κατάσταση, είναι ο «προσφυγικός εγκλωβισμός»∙ ο εγκλωβισμός των προσφύγων στις χώρες υποδοχής και ο εγκλωβισμός των χωρών υποδοχής με την σειρά τους στις δαιδαλώδεις ρυθμίσεις και συμφωνίες με τις οποίες επωμίζονται το μεγαλύτερο, αν όχι όλο το βάρος διαχείρισης του προσφυγικού προβλήματος.
Η ρυθμιστική «παγίδα» που δεσμεύει τα κράτη υποδοχής και εγκλωβίζει τους πρόσφυγες στα σύνορα των κρατών αυτών είναι μία διεθνής σύμβαση, η Σύμβαση του Δουβλίνου ΙΙ. Πρόκειται για ένα νομοθέτημα της ΕΕ το οποίο καθορίζει τη χώρα η οποία είναι υπεύθυνη για να δώσει άσυλο στον αιτούντα πρόσφυγα. Οι μετανάστες σύμφωνα με την εν λόγω σύμβαση, θα πρέπει να ζητούν άσυλο από την ευρωπαϊκή χώρα στην οποία εισήλθαν την πρώτη φορά ενώ σε περίπτωση που εισέλθουν στα ενδότερα της Ευρώπης για να αιτηθούν άσυλο θα πρέπει, σύμφωνα με τον Κανονισμό, να επιστρέφονται στη χώρα υποδοχής. Και ασφαλώς ο κλήρος πέφτει στην Ελλάδα και σε άλλες γειτονικές της ευρωπαϊκές χώρες (Ιταλία), οι οποίες έχουν την κατάρα  -τύχη υπό άλλες συνθήκες- λόγω της κομβικής γεωγραφικής τους θέσης, να αποτελούν πύλες εισόδου της Ευρώπης. Αν σκεφτούμε όλα αυτά σε συνδυασμό με τη διόγκωση των πολεμικών συγκρούσεων στην Ανατολή τα τελευταία χρόνια και τις μαζικές προσφυγικές μετακινήσεις που έχουν προκληθεί, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος του προβλήματος που βιώνουν οι χώρες υποδοχής, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας.
Αρκετές προτάσεις και λύσεις έχουν τεθεί επί τάπητος χωρίς όμως αυτές να αποχωρίζονται τους συνήθεις συντρόφους τους∙ τα προβλήματα, τις διαφωνίες και τις δυσκολίες πρακτικής εφαρμογής. Μία τέτοια προτεινόμενη λύση, που έχει σπείρει όμως έριδες στη διεθνή κοινότητα, αποτελεί η Συμφωνία της 18ης Μαρτίου του 2016 ανάμεσα σε ΕΕ και Τουρκία με την οποία τέθηκε σε εφαρμογή ένας μηχανισμός αποσυμφόρησης της Ελλάδος με διοχέτε
υση προσφύγων προς την ΕΕ και την Τουρκία. Η «κωδική» ονομασία της σύμβασης «ένας προς έναν» μαρτυρά τον τρόπο λειτουργίας του εν λόγω μηχανισμού στο πλαίσιο του οποίου για κάθε έναν πρόσφυγα που επαναπροωθείται στην Τουρκία, ένας άλλος εγκαθίσταται στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα βέβαια στην Ελλάδα εναποτίθεται το δαιδαλώδες έργο της ταυτοποίησης και εξέτασης των αιτήσεων ασύλου, διαδικασία η οποία πρέπει να διεξάγεται σε ατομικό επίπεδο, πράγμα που επιβραδύνει τις διαδικασίες και παρατείνει την προβληματική κατάσταση.
Παρόλη την κατ’ αρχήν καλή πρόθεση όμως, δεν λείπουν τα προβλήματα, όπως παρατηρήσαμε ανωτέρω. Η εν λόγω συμφωνία έχει δεχτεί σκληρή κριτική, κατηγορείται ότι ποδοπατά τα δικαιώματα των προσφύγων και καταδικάζεται από τη Διεθνή Αμνηστία, η οποία και συνέταξε προσφάτως σχετική έκθεση με τίτλο «ένα σχέδιο απόγνωσης». Αλλά και ανεξαρτήτως της αρνητικής κριτικής που δέχεται, η σύμβαση πάσχει ήδη εκ των έσω αφού το ένα από τα δύο μέρη, η Τουρκία, απειλεί με κατάργηση της συμφωνίας. «Η συμφωνία επανεισδοχής θα ακυρωθεί εκ των πραγμάτων. Ήδη δεν την εφαρμόζουμε», δηλώνει χαρακτηριστικά ο Τούρκος ΥΠΕΞ αποκαλύπτοντας τη συνήθη τάση της γείτονας χώρας να παραβαίνει τις επιταγές του διεθνούς δικαίου και την άρνησή της να συνεργαστεί για άλλη μία φορά.
Αλλά και το άλλο μέρος της συμφωνίας, η ΕΕ δεν είναι άμοιρο ευθυνών. Μέχρι σήμερα λίγα κράτη-μέλη εμφανίζονται συνεργάσιμα και πρόθυμα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τις χώρες υποδοχής, ενώ ορισμένα δεν διστάζουν να αρνηθούν προκλητικά τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα της μετεγκατάστασης των προσφύγων. Ένα από αυτά είναι και η Ουγγαρία η οποία μάλιστα πρόσφατα έδωσε ένα ξεκάθαρο σημάδι άρνησης και ανυπακοής, με το ουγγρικό κοινοβούλιο να υπερψηφίζει την επανεισαγωγή της συστηματικής αυτόματης κράτησης των προσφύγων που εισέρχονται στην χώρα, μέτρο που είχε καταργηθεί το 2013 υπό την πίεση της ΕΕ και της Διεθνούς Αμνηστίας.
Είναι λοιπόν φανερό ότι η χώρα μας αν και δεν μπορεί να λάβει άφεση για τις δικές της αμαρτίες και σφάλματα σε σχέση με το προσφυγικό, αντιμετωπίζει πάντως σίγουρα μια μεγάλη έλλειψη αλληλεγγύης, όπως χαρακτηριστικά παραδέχτηκε και η Αγγέλικα Μίλερ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Η αλληλεγγύη αυτή δεν μπορεί να περιορίζεται αποκλειστικά στον οικονομικό τομέα, αλλά όλα τα κράτη θα πρέπει να σέβονται του κοινούς κανόνες και τις κοινές αξίες».  Στο άκουσμα του προσφυγικού συναγερμού αντιθέτως, τα περισσότερα κράτη κωφεύουν επαναπαυόμενα στο προστατευτικό δίχτυ που συνιστούν τα κράτη υποδοχής, ένα δίχτυ το οποίο όμως είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να αντέξει το δυσβάστακτο βάρος και σύντομα θα σπάσει.
Το προσφυγικό πέρα από ένα ζήτημα πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό, περισσότερο αποτελεί ένα πρόβλημα ανθρώπινο και μάλιστα πανανθρώπινο για τη λύση του οποίου ο δρόμος μοιάζει μονόδρομος: συνεργασία όλων των κρατών, αμοιβαίες υποχωρήσεις, καταμερισμός της ευθύνης και αλληλοσεβασμός∙ και όλα αυτά έχοντας ως κεντρικό άξονα την προστασία και τη φροντίδα των χιλιάδων αυτών ψυχών που στέκονται στο κατώφλι μας και ζητούν τη βοήθεια μας.