γράφει ο Μαρίνος Κοσμόπουλος
Η πρόσφατη κατάληψη των τριών ουκρανικών πολεμικών σκαφών από το ρωσικό πολεμικό ναυτικό στα στενά του Κερτς στη θάλασσα του Άζοφ, επαναφέρει με δυναμικό τρόπο στο προσκήνιο το πρόβλημα των σχέσεων της Δύσης, όπως εκφράζεται από το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Από την εποχή της ενοποίησης των σλαβόφωνων πληθυσμών της ανατολικής Ευρώπης από τον Ιβάν Δ’, μέχρι σήμερα, οι σχέσεις Ρωσίας και Δύσης έχουν περάσει από πολλά επίπεδα, τόσο συνεργασίας κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους και τους δύο Παγκόσμιους πολέμους, όσο και ανταγωνισμού καθόλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα για να κορυφωθούν κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, φθάνοντας στα όρια της απευθείας πυρηνικής σύγκρουσης κατά την κρίση της Κούβας. Σήμερα, παρά την σαφή επικράτηση της Δύσης στον Ψυχρό πόλεμο, οι σχέσεις με τη Ρωσία εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται από αμοιβαία καχυποψία και ψυχρότητα, καθώς και ανταγωνισμό για την επικράτηση στις γεωπολιτικά ασταθείς περιοχές στην νότια περιφέρεια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και στα πρώην δορυφορικά κράτη του Συμφώνου της Βαρσοβίας στη Μέση Ανατολή.1
Οι παραπάνω εντάσεις σε συνδυασμό με το έντονο παρελθόν ανταγωνισμού έχουν αναγάγει τη Ρωσία σε κυρίαρχο αντίπαλο δέος τόσο για την δυτική κοινή γνώμη όσο και για πολλές δυτικές δεξαμενές σκέψεις. Είναι όμως αυτός ο φόβος βάσιμος; Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα ήταν δόκιμο να συγκρίνουμε τους δύο πόλους ως προς την ισχύ τους αναφορικά με τα καθιερωμένα όργανα εθνικής πολιτικής τα οποία συνοψίζονται στο ακρωνύμιο DIME (διπλωματία, πληροφορίες, στρατός και οικονομία). Από αυτή τη σύγκριση προκύπτουν δύο ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Αρχικά, η Ρωσία παραμένει μια πολύ ισχυρή στρατιωτική δύναμη, η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο, ωστόσο η ισχύς της είναι πολύ μικρότερη από αυτή του συνόλου του Δυτικού πλέγματος. Στην οικονομία, η διαφορά είναι ακόμα πιο καταλυτική καθώς όχι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και πολλές άλλες χώρες του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, όπως η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία, ακόμα και η Ιταλία έχουν σημαντικά μεγαλύτερο ακαθάριστο εθνικό προϊόν. Στη διπλωματία, η Ρωσία έχει εργαλεία στη διάθεσή της, με κυριότερα την μόνιμη θέση στο συμβούλιο ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και την Ευρασιατική Ένωση, ωστόσο, η Δυτική Αρχιτεκτονική έχει οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερα επίπεδα συνεργασίας και προβολής ισχύος τόσο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στο πλαίσιο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου το οποίο διαθέτει εκπροσώπους σε όλες τις κρίσιμες περιοχές του πλανήτη με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Ιαπωνία και την Αυστραλία. Από τα παραπάνω μπορούμε λοιπόν να ισχυριστούμε με ασφάλεια ότι η Ρωσία αν και παραμένει ένα πολύ σημαντικό γεωπολιτικό μέγεθος, η ισορροπία της ισχύος είναι αρκετά υπέρ του Δυτικού κόσμου.2
Το δεύτερο ωστόσο μεγάλο συμπέρασμα αφορά την Κίνα. Οι κυβερνήσεις που διαδέχθηκαν τον κομμουνιστή ηγέτη Μαο Τσε Τουνγκ προχώρησαν σε ραγδαία αναδιαμόρφωση του κινεζικού παραγωγικού μοντέλου και δημιουργία μιας πρωτότυπης αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικής καπιταλιστικής οικονομίας στην οποία τα μέσα παραγωγής ανήκουν στο κράτος. Ως αποτέλεσμα μέσα σε 29 χρόνια από το 1989 και την ανάληψη της ηγεσίας της από τον Γιανγκ Ζεμίν (Jiang Zemin), η Κίνα έφθασε να διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο ΑΕΠ στον κόσμο σε ονομαστική αξία και σύντομα προσδοκάται ότι θα ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες.34 Επιπλέον, σε στρατιωτικό επίπεδο, η Κίνα είναι στη δεύτερη θέση παγκοσμίως στις αμυντικές δαπάνες, πίσω μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες τις οποίες και εδώ αναμένεται να υπερκεράσει.5 Σε διπλωματικό επίπεδο η Κίνα διαθέτει την ίδια ισχύ με τη Ρωσία καθώς επίσης κατέχει μια μόνιμη θέση στο συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ και μετέχει στο Ευρασιατικό Σύμφωνο αλλά επιπλέον έχει πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις στην Αφρική και έχει ξεκινήσει την υλοποίηση ενός φιλόδοξου εμπορικού προγράμματος χερσαίας διασύνδεσής της με την Ευρώπη, του δρόμου του μεταξιού (one belt one road), μέσω του οποίου αναμένεται να εξάγει προϊόντα αλλά συνακόλουθα και επιρροή τόσο στην κεντρική Ασία όσο και στην Ανατολική Ευρώπη.6 Βλέπουμε λοιπόν ότι με βάση το μοντέλο DIME, το πραγματικό αντίπαλο δέος του Δυτικού Κόσμου τόσο στο παρόν, όσο και κυρίως στο μέλλον, θα είναι η Κίνα αντί της Ρωσίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο σπουδαίος Ιάπωνας διανοητής και συγγραφέας του βιβλίου «Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος», Φράνσις Φουκουγιάμα, έχει χαρακτηρίσει την Κίνα ως τη μεγαλύτερη απειλή για την κοινωνία της ελεύθερης οικονομίας την οποία εκπροσωπεί σήμερα η Δύση. 7
Η απειλή της Κίνας μπορεί να είναι σημαντική αλλά δεν είναι πρωτόγνωρη για τη Δύση. Στο λυκόφως του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι νικήτριες δυνάμεις του Δυτικού Μετώπου κλήθηκαν να διαπραγματευτούν τον διαμοιρασμό του κόσμου με έναν άσπονδο σύμμαχό τους ο οποίος είδε την ισχύ του να αυξάνεται ραγδαία στη διάρκεια των επιχειρήσεων, τη Σοβιετική Ένωση. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Δύση με προεξέχουσες τις Ηνωμένες Πολιτείες κατάφερε να περιορίσει και στο τέλος να επικρατήσει του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Μια από τις πιο σημαντικές κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση ήταν η διάσπαση του κομμουνιστικού μετώπου. Στη δεκαετία του 1970 κατά την προεδρία Νίξον και με υπουργό Εξωτερικών τον Χένρυ Κίσσινγκερ πραγματοποιήθηκε ένα ριζοσπαστικό άνοιγμα της Δύσης προς το δεύτερο ισχυρότερο κομμουνιστικό κράτος, την Κίνα. Η διάσπαση του κομμουνιστικού μετώπου μείωσε σημαντικά τόσο τις οικονομικές όσο και τις διπλωματικές δυνατότητες της Σοβιετικής Ένωσης στο πεδίο της Ασίας, καθώς δεν μπόρεσε πλέον να επεκταθεί πέραν του Βιετνάμ και συνέβαλε σημαντικά στην επικράτηση της Δύσης.
Στη μεταψυχροπολεμική εποχή, η γεωγραφία έρχεται να αντικαταστήσει την ιδεολογία. Αντί δύο κομμουνιστικών, υπάρχουν πλέον δύο μεγάλες Ευρασιατικές δυνάμεις, η Κίνα και η Ρωσία, όπου όμως πλέον πρωτεύοντα ρόλο έχει η Κίνα. Η εμπειρία του Ψυχρού Πολέμου καταδεικνύει ότι η καλύτερη στρατηγική για τη Δύση θα ήταν η προσέγγιση του πιο αδύναμου από τα δύο κράτη το οποίο είναι αυτή τη στιγμή η Ρωσία. Η διάσπαση αυτή θα στερούσε από την Κίνα τον σημαντικότερο στρατηγικό παράγοντα της Ευρασίας και θα ενίσχυε την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, επιτρέποντας παράλληλα στην αμερικανική εξωτερική πολιτική να εστιάσει στο κύριο πεδίο έντασης των διεθνών ανταγωνισμών, που αυτή τη στιγμή είναι ο Ειρηνικός Ωκεανός και η Νότια Σινική θάλασσα.8 Προς επίρρωσιν αυτού, ο εμπνευστής του μεγάλου ανοίγματος στην Κίνα, ο Χένρυ Κίσσινγκερ, κατέκρινε δημόσια τις παρεμβάσεις του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία το 2014 και συνέστησε την δημιουργία μιας νεκρής ζώνης εντός της Ανατολικής Ευρώπης ώστε να αμβλυνθεί η καχυποψία και να εμπεδωθεί η ασφάλεια στις σχέσεις του Δυτικού και του Ρωσικού πόλου ισχύος.9
Βέβαια, το γεγονός είναι ότι η διαρκής ψυχρότητα των σχέσεων Ρωσίας και Δύσης δεν αποτελεί προϊόν δονκιχωτισμού της τελευταίας ούτε ρεβανσισμού για τον ψυχρό πόλεμο, αλλά, γίνεται σύμφωνα με τις υποδείξεις του δεύτερου μεγάλου εκφραστή της αμερικανικής διπλωματίας, του κορυφαίου διπλωμάτη κατά την προεδρία Κλίντον Ζίγκμουντ Μπρεζίνσκι. Στο βιβλίο του « Η μεγάλη σκακιέρα» ο Μπρεζίνσκι τονίζει ότι η Ρωσία είναι πάρα πολύ μεγάλη για να ενσωματωθεί στο Δυτικό και Ευρωπαϊκό πλέγμα ασφάλειας και επισημαίνει την ανάγκη ακρωτηριασμού της ισχύος της, εστιάζοντας στην Ουκρανία με τον πληθυσμό των 40 εκατομμυρίων κατοίκων και την άμεση γειτνίαση με τα Βαλκάνια.10 Ωστόσο, η πολιτική αυτή δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1990, όταν η ισχύς του δυτικού αρχιτεκτονήματος ήταν αναμφίλεκτη και ελάχιστοι ήταν σε θέση να προβλέψουν την άνοδο των χωρών της Άπω Ανατολής, με προεξέχοντα εκφραστή την Κίνα. Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήταν χρήσιμο να εκκινήσει ξανά ένας ουσιαστικός διάλογος εντός της Δύσης αναφορικά με τη σχέση της με τη Ρωσία και την νέα ιεράρχηση των προτεραιοτήτων της ώστε να διατηρηθεί το σύγχρονο status quo το οποίο σε γενικές γραμμές επέτρεψε τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πηγές
1. Christian D. A History of Russia, Central Asia and Mongolia, Volume II: Inner Eurasia from the Mongol Empire to Today, 1260-2000. Vol 2. John Wiley & Sons; 2018.
2. Murphy S, Powers J, Welch M. A LOOK TO THE FUTURE : RUSSIA ’ S INSTRUMENTS OF NATIONAL POWER. 2015:20-31.
3. GDP (current US$) | Data.
4. World Economic League Table 2018 – Reports – GCP.
5. Perlo-Freeman S, Wezemen P, Wezeman S. Trends in World Military Expenditure, 2015. SIPRI; 2016.
6. Ferdinand P. Westward ho—the China dream and ‘one belt, one road’: Chinese foreign policy under Xi Jinping. Int Aff. 2016;92:941-957.
7. Francis Fukuyama interview: “Socialism ought to come back.”
8. He B. Security regionalism: a new form of strategic competition or cooperation between the United States and China in the South China Sea? In: US-China Competition and the South China Sea Disputes. Routledge; 2018:167-185.
9. Kissinger H. How the Ukraine crisis ends. Washington Post. 2014;6.
10. BRZEZINSKY Z. The grand chessboard. Am Primacy its. 1997.
Association for International & European Affairs | ΟΔΕΘ