Loading...
Latest news
Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική Επικαιρότητα

Δημοψήφισμα στην Ιταλία: Αποτελέσματα και πιθανές επιπτώσεις

Οι Ιταλοί ψήφισαν «όχι» στο δραματικό δημοψήφισμα που συγκλόνισε την Ευρώπη και οδήγησε στην παραίτηση του Πρωθυπουργού Matteo Renzi. Συγκεκριμένα, το ιταλικό δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση, οδήγησε σε βαριά ήττα του Πρωθυπουργού, καθώς επικράτησε συντριπτικά το  «όχι» με ποσοστό κοντά στο 60% έναντι του «ναι». Περισσότεροι από 19 εκατομμύρια άνθρωποι ψήφισαν «όχι», αλλά λιγότεροι από 14 εκατομμύρια ψήφισαν «ναι» συνολικά κατά τη διάρκεια του δημοψηφίσματος. Απεναντίας, οι Ιταλοί που ζουν στο εξωτερικό τάχθηκαν υπέρ του «ναι», με ποσοστό να αγγίζει το 65%.

Η Ιταλία από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά, έχει ως πολίτευμά της την προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία, με απόλυτη ισότητα αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα δύο σώματα του κοινοβουλίου, Βουλή των Αντιπροσώπων με 630 μέλη και Γερουσία με 315 μέλη. Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των χωρών με κοινοβουλευτικό σύστημα, στην Ιταλία απαιτείται η ψήφος εμπιστοσύνης και των δύο σωμάτων, ώστε η κυβέρνηση να αναλάβει με σύννομο τρόπο τα καθήκοντά της. Όλοι ανεξαιρέτως οι νόμοι πρέπει να περνούν με την ίδια διαδικασία και τον ίδιο τρόπο και από τα δύο σώματα, γεγονός που πολλές φορές επιβραδύνει το νομοθετικό έργο του κοινοβουλίου.



Δεδομένου ότι το σύστημα εκλογής γερουσιαστών δίνει σπανίως καθαρή πλειοψηφία σε ένα κόμμα ή έστω σε έναν πολιτικό συνασπισμό, καθιστώντας αναγκαίες τις κυβερνήσεις συνεργασίας, ο γραμματέας του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος και πρωθυπουργός της χώρας Matteo Renziπρότεινε την ουσιαστική αποδυνάμωση της Γερουσίας. Το σχέδιο προέβλεπε μείωση των γερουσιαστών από 315 σε 100 μέλη και έμμεση εκλογή τους από τα Περιφερειακά Συμβούλια της χώρας. Προέβλεπε ακόμη την αποσύνδεση της κυβέρνησης από την ανάγκη ψήφου εμπιστοσύνης από τη Γερουσία, καθώς και την ψήφιση του μεγαλύτερου όγκου των νομοσχεδίων αποκλειστικά από τη Βουλή.
Το δημοψήφισμα επομένως, είχε ως  στόχο να σταματήσουν να έχουν η Βουλή και η Γερουσία αλληλεπικαλυπτόμενο ρόλο, όπως συνέβη από το 1948 μέχρι σήμερα. Σαφώς, ο Renzi ήθελε  και με αυτόν τον τρόπο να ενισχύσει το ρόλο του Πρωθυπουργού και κατ’ επέκταση τη θέση του μέσα στο ιταλικό κράτος, ούτως ώστε να μπορέσει να πετύχει τους στόχους του χωρίς εμπόδια.
Ωστόσο, ύστερα από τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, ο Matteo Renzi σε διάγγελμά του προς τον ιταλικό λαό, ανακοίνωσε ότι αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη και παραιτείται.
«Αναλαμβάνω την ευθύνη της ήττας», δήλωσε ο Matteo Renziσε τηλεοπτικό του διάγγελμα. «Αύριο το απόγευμα θα συγκαλέσω συνεδρίαση του τελευταίου υπουργικού συμβουλίου και θα ανέβω στο προεδρικό μέγαρο να παραιτηθώ». Έδωσε την διαβεβαίωση ότι η κυβέρνησή του θα δουλέψει, πριν παραιτηθεί, για την τελική έγκριση του προϋπολογισμού του 2017 και για τα τελευταία μέτρα υπέρ των σεισμοπαθών».
«Έχασα και το λέω με δυνατή φωνή: έκανα ό,τι μπορούσα, αλλά με την ήττα δεν μπορείς να σφυρίζεις αδιάφορα», τόνισε ο Ιταλός κεντροαριστερός πρωθυπουργός. «Για να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα, δεν μπορούμε να μείνουμε γραπωμένοι στις καρέκλες μας», και ταυτόχρονα εξήγησε ότι «οι ηγέτες του μετώπου του “όχι” θα πρέπει να αναλάβουν τώρα την πρωτοβουλία για την έγκριση νέου εκλογικού νόμου». «Μπορεί να χάσει κανείς ένα δημοψήφισμα, αλλά η χώρα μας είναι η ωραιότερη του κόσμου».
Αμέσως μετά την ήττα του Renzi, την άμεση προκήρυξη εκλογών ζήτησαν πέντε βουλευτές του κινήματος «Πέντε Αστέρων». «Είμαστε πολύ ικανοποιημένοι. Δώσαμε μεγάλη μάχη και κέρδισαν οι πολίτες ενάντια σε μια μεταρρύθμιση που μας στερούσε τα δικαιώματά μας», δήλωσε ο βουλευτής Αλεσσάντρο Ντι Μπατίστα. Κατά συνέπεια, βλέπουμε ότι την ίδια στιγμή εκφράζονται φόβοι ακόμα και για νέες εκλογές στις οποίες ενδέχεται να ενισχυθεί το ευρωσκεπτικιστικό κίνημα των «Πέντε Αστέρων» του ηθοποιού Beppe Grillo.
Παράλληλα, ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της παράταξης του Σίλβιο Μπερλουσκόνι Forza Italia στην ιταλική Βουλή, δήλωσε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος σημαίνει ότι ο MatteoRenzi οφείλει να παραιτηθεί.

Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να μιλήσουμε και για τις συνέπειες του δημοψηφίσματος στην οικονομία και την αγορά. Η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, αλλά οκτώ από τις τράπεζές της αγωνίζονται κάτω από την πίεση των επισφαλών απαιτήσεων. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες αγωνίζονται κάτω από 360 δισεκατομμύρια € των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που είναι απίθανο να επιστραφούν, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ιταλίας που δημοσιεύθηκαν τον Απρίλιο. Για παράδειγμα, είδαμε ότι λίγες ώρες μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας UniCredit είδε πτώση της τιμής της μετοχής της κατά σχεδόν τρία τοις εκατό, ενώ η παλαιότερη και πιο ευάλωτη τράπεζα της χώρας Monte dei Paschi di Siena (MPS) είδε πτώση κατά σχεδόν δύο τοις εκατό.


Τυχόν κλυδωνισμοί επομένως, δεν είναι αδύνατο να έχουν αντίκτυπο σε άλλες χώρες της ευρωζώνης. Δυστυχώς, στην περίπτωση της Ιταλίας δεν θα λειτουργήσει κανένα πακέτο υποστήριξης, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας ή και της Πορτογαλίας. Εάν απειληθεί με χρεοκοπία η Ιταλία, δεν θα δι
ασωθεί. Η ευρωζώνη δεν θα μπορούσε να βοηθήσει την Ιταλία, αλλά θα αναγκαζόταν να την αφήσει να πτωχεύσει, κι αυτό όχι δίχως συνέπειες για το κοινό νόμισμα.
Μια περαιτέρω επιδείνωση της ιταλικής τραπεζικής κρίσης, που θα έχει επίδραση στην ιταλική και κατά συνέπεια στην ευρωπαϊκή οικονομία, αποτελεί το μεγαλύτερο φόβο.

Εν τέλει, μιλάμε για μια Ευρώπη που συνεχώς βουλιάζει, με κύρια απειλή την αναβίωση του εθνικισμού, του ρατσισμού και της ακροδεξιάς.