Loading...
Latest news
Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Γιατί τα δακρυγόνα δεν έχουν θέση σε ένα Κράτος Δικαίου.

Γράφει ο Γιάννης Κερεντζής

Ερεθισμοί στα μάτια, το δέρμα, το λαιμό και τους πνεύμονες, τύφλωση, εσωτερικά χημικά εγκαύματα, αναπνευστική  ανεπάρκεια, αποβολές εγκύων και τύφλωση. Αυτές είναι μερικές από τις επιπτώσεις των δακρυγόνων στον ανθρώπινο οργανισμό. Ένα χημικό όπλο που η χρήση του στον πόλεμο είναι έγκλημα πολέμου, χρησιμοποιείται καθημερινά από τις δυνάμεις καταστολής σε όλο το κόσμο, εναντίον πολιτών. Τα ερωτηματικά πολλά και ο προβληματισμός μεγάλος. Το παρόν κείμενο θα αναζητήσει μερικούς από τους λόγους που ένα -απαγορευμένο στον πόλεμο- όπλο χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα στον αστικό ιστό, χωρίς η χρήση του να απαγορεύεται από διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η ομίχλη γύρω από τα δακρυγόνα είναι εμφανής ήδη από την έλλειψη ορισμού τους, αφού καμία διεθνής σύμβαση δεν προσφέρει κάποιον ξεκάθαρο ορισμό. Σύμφωνα με την UN Guidance On Less-Lethal Weapons In Law Enforcement, ο όρος «δακρυγόνα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια ποικιλία χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται από αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες προκαλούν ερεθισμό στο δέρμα, τα μάτια, το στόμα, το λαιμό και τους πνεύμονες. Τα δακρυγόνα κατατάσσονται στις ουσίες ελέγχου ταραχών (riot control agents) οι οποίες υπάγονται στην κατηγορία των λιγότερο φονικών όπλων (less-lethal weapons). Σύμφωνα με την CWC, riot control agent είναι «οποιαδήποτε χημική ουσία μπορεί να προκαλέσει γρήγορα στον άνθρωπο αισθητηριακό ερεθισμό ή να απενεργοποιήσει τις φυσικές αντιδράσεις και εξαφανίζεται σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τον τερματισμό της έκθεσης σε αυτό».

Η έκθεση σε μεγάλη δόση δακρυγόνου μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρότερα προβλήματα υγείας, ακόμα και σε θάνατο, ιδιαίτερα στις ευπαθείς ομάδες. Για παράδειγμα, το Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων (Centre for Disease Control) προειδοποιεί για τύφλωση, χημικά εγκαύματα στο λαιμό και τους πνεύμονες έως και αναπνευστική ανεπάρκεια, ενώ σύμφωνα με τους Physicians for Human Rights έχουν καταγραφεί ακόμα και αποβολές εγκύων μετά από έκθεση τους σε μεγάλες ποσότητες δακρυγόνου. Επίσημα καταγεγραμμένους θανάτους έχουμε στο Μπαχρέιν, το Σουδάν και την Αίγυπτο.

Το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο κατατάσσει τα δακρυγόνα στα χημικά όπλα και απαγορεύει την χρήση τους στο πεδίο της μάχης. Η αρχή γίνεται το 1925 με το Πρωτόκολλο της Γενεύης το οποίο απαγορεύει «τη χρήση σε πόλεμο ασφυξιογόνων, δηλητηριωδών ή άλλων αερίων». Το Πρωτόκολλο δεν εξειδικεύει περεταίρω, γεγονός που επιτρέπει στα κράτη να δώσουν διαφορετικές ερμηνείες στο τι περιλαμβάνει η πρόταση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αρνούμενες να συμπεριλάβουν τις ουσίες ελέγχου ταραχών, έκαναν ευρεία χρήση τους στον πόλεμο του Βιετνάμ, και επικύρωσαν το Πρωτόκολλο μόλις το 1975, όπως και η Σοβιετική Ένωση. Παρόλα αυτά, οι δύο έκαναν εκτεταμένη χρήση χημικών όπλων κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ τη δεκαετία του 1980. Οι αντιδράσεις της διεθνής κοινότητας υπήρξαν τόσο έντονες που οδήγησαν το 1969 τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στο Ψήφισμα 2603A το οποίο και καταδίκαζε την χρήση όλων των χημικών και βιολογικών μεθόδων πολέμου, ανεξαρτήτως τεχνικών χαρακτηριστικών, εξέλιξη η οποία από πολλούς ακαδημαϊκούς θεωρείται ως η οριστική ερμηνεία του Πρωτοκόλλου [της Γενεύης] να περιλαμβάνει δακρυγόνα.

Το αποφασιστικό βήμα γίνεται το 1993, όταν υπογράφεται η Chemical Weapons Convention, με την επικύρωση της οποίας τα κράτη δεσμεύονται να μην αναπτύξουν, χρησιμοποιήσουν, και βοηθήσουν τρίτο κράτος στην απόκτηση ή χρήση χημικών όπλων. Σε αντίθεση με το Πρωτόκολλο, η Σύμβαση απαγορεύει ρητώς την χρήση ουσιών ελέγχου ταραχών ως μέθοδο πολέμου. Παρόλα αυτά, η CWC ορίζει και τις χρήσεις χημικών όπλων που δεν απαγορεύονται βάσει της Σύμβασης, στις οποίες περιλαμβάνεται και η επιβολή του νόμου, συμπεριλαμβανομένων των ελέγχων εσωτερικών ταραχών. Με άλλα λόγια, τα χημικά που κατασκευάζονται για μη απαγορευμένες χρήσεις, δηλαδή για χρήσης εκτός πεδίου μάχης, δεν θεωρούνται χημικά όπλα κατά τη Σύμβαση. Κι εδώ είναι που ξεκινούν τα προβλήματα, αφού η Σύμβαση δεν διευκρινίζει εάν η πρόθεση/σκοπός αφορά την ανάπτυξη ή τη χρήση των χημικών όπλων. Εάν ένα χημικό όπλο δηλαδή έχει κατασκευαστεί με σκοπό τη χρήση του σε επιχειρήσεις επιβολής του νόμου, αλλά χρησιμοποιηθεί στο πεδίο της μάχης, απαγορεύει η Σύμβαση τη χρήση του;

Επιπρόσθετα, η Σύμβαση δεν παρέχει κάποιον ορισμό των όρων «method of warfare» και «law enforcement» με αποτέλεσμα να μην είναι τελικά ξεκάθαρο το πότε ακριβώς απαγορεύεται ή επιτρέπεται η χρήση τους. Κάτι εξαιρετικά προβληματικό, αφού αφήνει στη διακριτική ευχέρεια των κρατών την ερμηνεία της Σύμβασης, πράγμα που, όπως προκύπτει από τα travaux préparatoires, έγινε με στόχο την επικύρωση της από όσο δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό κρατών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ύπαρξη διαφορετικών ερμηνειών και πρακτικών, όπως για παράδειγμα η χρήση χημικών σε ανθρωπιστικές και ειρηνευτικές αποστολές που κρίθηκαν ως επιχειρήσεις επιβολής του νόμου, ερμηνεία που υποστηρίζεται από πληθώρα κρατών, με βασικό εκφραστή τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Παρόλα τα όποια ομιχλώδη σημεία της Σύμβασης, αυτή παραμένει μια από τις βασικότερες Συμβάσεις του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου, η οποία απαγορεύει τη χρήση μεθόδων πολέμου που είναι εκ φύσεως αντίθετοι με την θεμελιώδη αρχή της διάκρισης, αφού δεν μπορούν να περιοριστούν αποκλειστικά εναντίον των ενόπλων δυνάμεων, αλλά προσβάλουν και τον άμαχο πληθυσμό. Ταυτόχρονα, τα χημικά όπλα παραβιάζουν την θεμελιώδη αρχή της απαγόρευσης πρόκλησης μη αναγκαίου πόνου και περιττών τραυμάτων (the prohibition on causing unnecessary suffering and superfluous injury). Η απαγόρευση χρήσης χημικών όπλων θεωρείται εθιμικός κανόνας τόσο σε διεθνείς όσο και σε εγχώριες ένοπλες συρράξεις, ενώ η χρήση τους είναι έγκλημα πολέμου, σύμφωνα με τα άρθρα 8(b) και 8(e) του Καταστατικού της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Παρόλο που το καταστατικό δεν αναφέρει ρητά τα δακρυγόνα, αυτά μπορούν να εμπίπτουν στα «άλλα ή ανάλογα δηλητηριώδη αέρια» («poisonous or other gases, and all analogous liquids, materials or devices») που περιλαμβάνουν οι εν λόγω διατάξεις.

Εύλογα λοιπόν θα αναλογιστεί κανείς γιατί τα δακρυγόνα, ενώ θεωρούνται έγκλημα πολέμου αν χρησιμοποιηθούν στο πεδίο της μάχης, είναι νόμιμα στις εσωτερικές αναταραχές ως μέθοδος επιβολής της τάξης και του νόμου. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω της απουσίας αντίστοιχου νομικού πλαισίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και της μη αποτελεσματικής καθοδήγησης που προσφέρουν διάφορα soft law κείμενα (guidelines)  τόσο του ΟΗΕ όσο και άλλων οργανισμών, όπως ο ΟΑΣΕ. Παραδείγματος χάριν, ο ΟΗΕ στη Guidance on Less-Lethal Weapons in Law Enforcement, αναφέρει γενικά πως τα λιγότερο φονικά όπλα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται πάντοτε σύμφωνα με τις αρχές της νομιμότητας, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, χωρίς να παρέχει πιο συγκεκριμένες κατευθυντήριες οδηγίες. Η απουσία οποιασδήποτε νομικής υποχρέωσης καταδεικνύεται και από τη γλώσσα του κειμένου («should» και «may»). Σε κάθε περίπτωση, η χρήση τέτοιων μεθόδων καταστολής θα πρέπει να είναι το ύστατο μέτρο όταν οι εξατομικευμένες παρεμβάσεις είναι αναποτελεσματικές. Συγκεκριμένα, σχετικά με τα δακρυγόνα, δεν υπάρχει καμία απαγόρευση, παρά μόνο κάποιες οδηγίες για σωστή χρήση, όπως αποφυγή της χρήσης τους σε κλειστούς χώρους, χώρους χωρίς πολλαπλές εξόδους διαφυγής, εκτόξευσης τους απευθείας πάνω σε διαδηλωτές κ.α.

Αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα γίνεται στον Code of Conduct for Law Enforcement Officials του ΟΗΕ. Σύμφωνα με το εν λόγω κείμενο, οι αξιωματούχοι επιβολής του νόμου θα πρέπει να σέβονται και να προστατεύουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, να διατηρούν και να προασπίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με λίγα λόγια, περιορίζεται στο να αναφερθεί σε πράξεις βασανιστηρίων, σκληρής, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, επαναλαμβάνοντας μια πληθώρα νομικών υποχρεώσεων που έτσι και αλλιώς είναι εν ισχύ, και επομένως μη προσφέροντας κάτι χρήσιμο και καινοτόμο. Επίσης, δεν υπάρχει καμία αναφορά για το ποια χρήση δακρυγόνων παραβιάζει τα εν λόγω δικαιώματα. Παραδείγματος χάριν, η χρήση δακρυγόνων σε περίκλειστο χώρο θεωρείται λανθασμένη, αλλά όχι παράνομη, αφού δεν υπάρχει ξεκάθαρο νομικό πλαίσιο που να απαγορεύει συγκεκριμένη χρήση τους, παρόλο που είναι προφανές πως παραβιάζει πληθώρα δικαιωμάτων. Αντίθετα, η Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων του ΟΗΕ δείχνει προς την σωστή κατεύθυνση αφού αναγνωρίζει πως η χρήση σε περίκλειστους χώρους είναι απαράδεκτη και μπορεί να συνιστά βασανιστήριο και απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση.

Το νομικό κενό παραμένει μεγάλο, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς τις παραγράφους που ακολουθούν. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, δεν υπάρχει καμία διεθνής συμφωνία η οποία να ρυθμίζει τόσο την παραγωγή όσο και τη πώληση των δακρυγόνων. Οι εταιρίες παραγωγής δεν είναι υποχρεωμένες να παρέχουν λεπτομερή κατάλογο των χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται για τη κατασκευή τους, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και οι ίδιες οι δυνάμεις καταστολής να μην γνωρίζουν με λεπτομέρεια τις τοξικές ουσίες περιέχουν. Με λίγα λόγια, ο κάθε παραγωγός χρησιμοποιεί την δική του «συνταγή» χωρίς μάλιστα να είναι υποχρεωμένος να την αποκαλύψει πλήρως. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία διεθνής συμφωνία σχετική με τον έλεγχο των εξαγωγών, όπως υπάρχει για κάθε άλλο οπλικό σύστημα, με αποτέλεσμα να μην εγείρεται καμία ευθύνη των εταιριών παραγωγής αλλά ούτε και του κράτους εξαγωγής. Δεν υπάρχει καμία υποχρέωση δέουσας επιμέλειας (due diligence obligations) σχετική με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εκπαίδευσης των δυνάμεων καταστολής, και επομένως δεν εγείρεται διεθνής ευθύνη σε περίπτωση που τα δακρυγόνα χρησιμοποιηθούν με τρόπο που παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα. Συνέπεια όλων των προαναφερθέντων είναι μια τριών δισεκατομμυρίων βιομηχανία να δρα εντελώς ανεξέλεγκτη.

Παρόλα αυτά, υπάρχουν και παραδείγματα άκρως ενθαρρυντικά, όπως η απόφαση της Νότιας Κορέας να παγώσει τις εξαγωγές δακρυγόνων το 2014 στο Μπαχρέιν μετά από καταγγελίες για παράνομη χρήση τους και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παρόμοιες πολιτικές ακολούθησαν η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες το 2019 όπου και πάγωσαν εξαγωγές στο Χονγκ Κόνγκ έπειτα από την διεθνή κατακραυγή για την υπέρμετρη βία που ασκήθηκε από τις ομάδες καταστολής. Το νομικό κενό όμως παραμένει μεγάλο, καθώς πολλά παρόμοια περιστατικά δεν λαμβάνουν αντίστοιχης προβολής, με αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι ανά τον κόσμο να βασανίζονται, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε πρόβλεψη για την προστασία τους. Ο όρος «βασανιστήριο» ίσως ακούγεται υπερβολικός, αλλά είναι η ορολογία που χρησιμοποίησε το ΕΔΔΑ στην υπόθεση Abdullah Yasa and Others v Turkey όταν και έκρινε την χρήση δακρυγόνων εναντίον μη ειρηνικής συγκέντρωσης ως περιττή (unnecessary) και δυσανάλογη (disproportionate) και επομένως παραβίαση της απαγόρευσης των βασανιστηρίων, η οποία και κατοχυρώνεται στο Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ. Σε ανάλογη περίπτωση, στην υπόθεση  Oya Ataman v Turkey το δικαστήριο καταδίκασε την Τουρκία για παραβίαση της θεμελιώδους ελευθερίας του συνέρχεσθαι  και συνεταιρίζεσθαι (Άρθρο 11 ΕΣΔΑ).

Η συζήτηση δεν περιορίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα. Προβληματισμός εγείρεται και σχετικά με όρους δανεισμένους από το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, όπως αναλογικότητα, αναγκαιότητα, περιττή βία και πόνος, αρχή της διάκρισης, και έσχατη λύση (last resort). Για παράδειγμα, όταν ένα όπλο μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό σε κάποιον που βρίσκεται δυο τετράγωνα μακριά, σε καμία περίπτωση δε σέβεται στην αρχή της διάκρισης. Το να εκτίθενται άτομα με αναπνευστικά προβλήματα και μικρά παιδιά σε χημικά αέρια όταν διασκεδάζουν σε έναν συναυλιακό χώρο, σε καμία περίπτωση δεν είναι αναγκαίο ούτε αναλογικό, και δε θα γίνει ποτέ κοινωνικά αποδεκτό. Εδώ προφανώς εγείρονται ζητήματα επάρκειας, τεχνικής κατάρτισης και εκπαίδευσης των δυνάμεων καταστολής, αλλά αυτό είναι ένα ζήτημα που χρειάζεται το δικό του ξεχωριστό κείμενο για να αναλυθεί εις βάθος, και ίσως ο αρθρογράφος του κειμένου να μην είναι ο αρμόδιος να μιλήσει για αυτό. Προς το παρόν, η λύση είναι ξεκάθαρη: ολική απαγόρευση των δακρυγόνων υπό το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο θα ήταν σύμφωνη με το ανθρωπιστικό δίκαιο -δανειζόμενη όρους από αυτό- και αναγκαία αφού μιλάμε για χημικό όπλο, αλλά θα σηματοδοτούσε και μια ιστορική αλλαγή η οποία και θα υποχρέωνε τα κράτη και τις ομάδες καταστολής να συμμορφωθούν με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια, όπως πιο ξεκάθαρες και λεπτομερείς οδηγίες ορθής χρήσης, καθορισμός τεχνικών χαρακτηριστικών κλπ. θα διατηρούν πάντα ένα νομικό κενό που θα αφήνει ευάλωτο τον πολίτη και τα δικαιώματά του. Έτσι κι αλλιώς, τα χημικά όπλα δεν έχουν καμία θέση σε μια δημοκρατική κοινωνία, και απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαφύλαξη του Κράτους Δικαίου είναι ένα ξεκάθαρο νομικό πλαίσιο που θα προστατεύει τον πολίτη και τα δικαιώματα του από τις αυθαιρεσίες των δυνάμεων καταστολής.

Βιβλιογραφία

Natasha Williams, Maija Fiorante, & Vincent Wong. (2020). The Problematic Legality of Tear Gas Under International Human Rights Law. University of Toronto’s International Human Rights Program (IHRP). Διαθέσιμο σε : https://ihrp.law.utoronto.ca/sites/default/files/media/Legality%20of%20Teargas%20-%20Aug25%20V2.pdf

Kastan, Benjamin. (2011). The Chemical Weapons Convention and Riot Control Agents: Advantages of a “Methods” Approach to Arms Control. Duke J. Comp. & Int’l L.. 22. Διαθέσιμο σε: https://scholarship.law.duke.edu/djcil/vol22/iss2/4/

Earl, J. (2003). Tanks, Tear Gas, and Taxes: Toward a Theory of Movement Repression. Sociological Theory, 21(1), 44–68. Διαθέσιμο σε : http://www.jstor.org/stable/3108608

Amnesty International. (2020). Tear gas: An investigation. Διαθέσιμο σε: https://teargas.amnesty.org/#top

Amnesty International. (2015). Use of Force: Guidelines for Implementation of the UN Basic Principles on the Use of Force and Firearms by Law Enforcement Officials.

United Nations Publications. (2020). United Nations Human Rights Guidance on Less-Lethal Weapons in Law Enforcement. United Nations.

Rohini J. Haar & Vincent Iacopino. (2016). Lethal in Disguise: The Health Consequences of Crowd-Control Weapons. Physicians for Human Rights. Διαθέσιμο σε: https://phr.org/wp-content/uploads/2018/09/lethal-in-disguise.pdf

United Nations Convention on the Prohibition of the Development, Production, Stockpiling and Use of Chemical Weapons and on their Destruction (Chemical Weapons Convention). (1993).

UN General Assembly Resolution 34/169. (1979). Code of Conduct for Law Enforcement Officials.

UN General Assembly Resolution A/RES/2603(XXIV)A-B. (1969).