Γράφει ο Αινείας Μανούσης
Η «Αραβική Άνοιξη» είναι μια σειρά γεγονότων, των οποίων οι διαστάσεις και οι επιπτώσεις είναι ακόμα αισθητές, όχι μόνο για το σύμπλοκο της Μέσης Ανατολής αλλά και για όλο τον κόσμο. Οι αιτίες για αυτή την τραγική εξέλιξη είναι πολλές, περίπλοκες και επιδέχονται εκτεταμένη έρευνα. Κατά την άποψη του γράφοντος, μια βασική αιτία είναι οι περιφερειακοί και παγκόσμιοι ανταγωνισμοί ισχύος που έλαβαν χώρα στην περιοχή, και μάλιστα εις βάρος των απλών πληθυσμών, οι οποίοι οδηγήθηκαν στον θάνατο, την προσφυγιά και την εξαθλίωση.
Ένα κράτος που αποφάσισε να ρισκάρει παρεμβαίνοντας και επηρεάζοντας την τροπή των γεγονότων, αφήνοντας μεγάλο στίγμα, είναι το Κατάρ. Το Κατάρ είναι ένα μικρό κράτος στον Περσικό Κόλπο με μικρό πληθυσμό και με τεράστια ενεργειακά αποθέματα, το οποίο από το 1995 και έπειτα επιδιώκει την ανέλιξη σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Για τους ιθύνοντες της εξωτερικής πολιτικής του, η «Αραβική Άνοιξη» ήταν μια ευκαιρία ανέλιξης.
Κατάρ και Ισλαμισμός
Οι φυλετικές και πολιτιστικές διαφορές που διακρίνουν το Κατάρ από τα υπόλοιπα σουνιτικά κράτη του Αραβικού Κόλπου, και ειδικότερα από την Σαουδική Αραβία, είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Το κράτος του Κατάρ εξουσιάζεται από τον οίκο Al Thani, ο οποίος θρησκευτικά ασπάζεται τον Ουαχαμπισμό, την ίδια ισλαμική πτέρυγα με αυτή της Σαουδικής Αραβίας. Η ισχύς του καταρικού Oυαχαμπισμού δεν είναι τέτοια έτσι ώστε να μπορέσει να ξεχωρίζει από αυτόν του κράτους των Σαούδ. Αποτέλεσμα αυτού, είναι το Κατάρ να προσπαθεί να διαφοροποιηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο από τη Σαουδική Αραβία, φοβούμενο για την εθνική του ανεξαρτησία σε περίπτωση αυξημένης επιρροής της δεύτερης. Για αυτό τον λόγο, η κρατική δομή του Κατάρ δεν στηρίχθηκε στη θρησκεία και τη θρησκευτική ελίτ (ουλεμάδες), όπως στην περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας, εξαιτίας της μακροπρόθεσμης απειλής, ανάμειξης και ελέγχου των κρατικών δομών από θρησκευτικούς φορείς του Ουαχαμπισμού, που θα επιτελούσαν στις διαταγές της Σαουδικής Αραβίας.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, ο αραβικός εθνικισμός βρισκόταν στην ανέλιξη του με κύριο εκφραστή τον τότε πρόεδρο της Αιγύπτου Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ. Την περίοδο εκείνη, πολλοί ακαδημαϊκοί (και όχι μόνο) που ήταν μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητος εγκατέλειψαν την Αίγυπτο, λόγω των διώξεων που αντιμετώπιζε η οργάνωση από το αιγυπτιακό κράτος, για άλλα αραβικά κράτη και κυρίως κράτη του Κόλπου. Πολλά μέλη, λοιπόν, βρήκαν καταφύγιο στο Κατάρ, το οποίο τη δεδομένη χρονική στιγμή αντιμετώπιζε έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της παιδείας. Έτσι, αποφάσισε να εκμεταλλευτεί το κύμα εισδοχής μορφωμένων ανθρώπων, με το σκεπτικό να καλυφθούν θέσεις διδασκαλίας σε μια σειρά από σημαντικά μαθήματα που συμπεριλάμβαναν από ισλαμικές σπουδές μέχρι και θετικές επιστήμες.
Η ένταξη όμως μελών των Αδελφών Μουσουλμάνων δεν έγινε μόνο για τη συμπλήρωση θέσεων διδασκαλίας. Η υποστήριξη της οργάνωσης έδωσε στο Κατάρ την ευκαιρία να χτίσει τις δομές της χωρίς να βασίζεται σε ακαδημαϊκούς και τεχνοκράτες της Σαουδικής Αραβίας που θα δημιουργούσαν ένα σύστημα κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν αντίστοιχο με αυτό της Σαουδικής Αραβίας. Επομένως, το Κατάρ συγκρατούσε την αυτονομία του και παράλληλα δημιούργησε δεσμούς σε όλη τη Μέση Ανατολή, χάρη στην ιδεολογία της οργάνωσης που ήταν πιο διαδεδομένη από τον Ουαχαμπισμό.
Παρόλα αυτά, το κράτος παραμένει σταθερά ουαχαμπικό και η επιρροή των Αδελφών Μουσουλμάνων δεν έχει δημιουργήσει κάποιο αντιπολιτευτικό κίνημα, όπως σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής. Μάλιστα το 1999 η καταρική πτέρυγα των Αδελφών Μουσουλμάνων αποφάσισε την εθελούσια διάλυσή της. Όλα δείχνουν πως οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι δεν κατάφεραν να προσηλυτίσουν τον γηγενή πληθυσμό του Κατάρ, καθώς οι κυβερνόντες κατέχουν τον απόλυτο έλεγχο της εξουσίας, με αποτέλεσμα το έδαφος για θρησκευτικό προσηλυτισμό να μην είναι ιδιαίτερα εύφορο. Ένας άλλος σημαντικός λόγος της αδυναμίας αυτής, αποτελεί και το γεγονός πως η οργάνωση στο Κατάρ δεν παρέχει την ανθρωπιστική βοήθεια που παρέχει σε άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής, καθώς κάτι τέτοιο δεν είναι αναγκαίο στην εύπορη κοινωνία του Κατάρ. Φαίνεται πως για όσο διάστημα το κράτος παρέχει υψηλό βιοτικό επίπεδο στους πολίτες του οι αντιπολιτευτικές φωνές θα είναι ελάχιστες.
Εξωτερική Πολιτική Κατάρ έως το 2011
Από το πραξικόπημα του 1995, όπου εμίρης ανέλαβε ο Hamad bin Khalifa Al Thani, και έπειτα, το Κατάρ επεδίωξε να διευρύνει την επιρροή του σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό κατέστη δυνατό, χάρη στον συνδυασμό των εξωφρενικών εσόδων από τον τομέα της ενέργειας και τον μικρό πληθυσμό του κράτους, γεγονός το οποίο οδήγησε σε άμβλυνση των εσωτερικών προβλημάτων. Η Ντόχα απέβλεπε να γίνει παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή, επιλέγοντας τον ρόλο του διαμεσολαβητή και να εξελιχθεί σε κράτος υπέρμαχο της παγκοσμιοποίησης.
Στο σύνταγμα του 2003 αναφέρεται πως το Κατάρ θα πρέπει να επιδιώκει την ειρήνη και τη σταθερότητα με ειρηνικές μεθόδους. Έτσι, υπήρξε διαμεσολαβητής σε μια σειρά από διενέξεις με πιο σημαντικές αυτές του Λιβάνου, της Υεμένης και του Νταρφούρ. Με αυτό τον τρόπο, αλλά και με άλλα μέσα, όπως η δημιουργία αμερικανικής βάσης Al Ubeit, το Κατάρ κατάφερε να θεωρηθεί αξιόπιστο κράτος στη διεθνή κοινότητα. Η επιτυχία αυτή ήρθε χάρη στον ζήλο που επέδειξαν ο εμίρης Hamad bin Khalifa Al Thani, ο πρωθυπουργός Hamad bin Jassim και η κλειστή ομάδα που ασχολείται με την εξωτερική πολιτική της χώρας.
Εμπλοκή Κατάρ στην Αραβική Άνοιξη
Η αντίδραση του Κατάρ ως προς την «Αραβική Άνοιξη» ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη των υπολοίπων αραβικών κρατών, τα οποία έπρεπε ως επί των πλείστων να καταπνίξουν κάποιο αντιπολιτευτικό κίνημα. Το Κατάρ, χάρη στην προαναφερόμενη σχέση του με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και τη γενικότερη εικόνα που έχει χτίσει ως ασφαλές καταφύγιο για ισλαμιστές, κατάφερε να αναπτύξει επαφές με ισλαμιστές σε όλη τη Μέση Ανατολή. Θεώρησε λοιπόν, πως παρουσιάζεται η ευκαιρία για ενίσχυση της επιρροής του με άμεσες ή έμμεσες παρεμβάσεις στη Λιβύη, την Αίγυπτο, τη Συρία και την Τυνησία.
Λιβύη
Ο ρόλος του Κατάρ στην ανατροπή της κυβέρνησης του Μουαμάρ Καντάφι ήταν κομβικός. Η Λιβύη ήταν η πρώτη περίσταση που το Κατάρ ξέφυγε από τον ρόλο του διαμεσολαβητή και απέκτησε ενεργό ρόλο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Η ανάμειξη του Κατάρ υπήρξε πολιτική, στρατιωτική και οικονομική. Αρχικά, χρησιμοποίησε τη θέση του στον Αραβικό Σύνδεσμο και συγκέντρωσε αραβική υποστήριξη για τη δημιουργία απαγόρευσης ζώνης πτήσης. Απέκτησε ηγετικό ρόλο, μαζί με τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία, στον «αγώνα κατά της απολυταρχίας και της τυραννίας». Οι επιτυχίες του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου (ΕΜΣ) οφείλονταν, σε μεγάλο βαθμό, στην οικονομική και στρατιωτική βοήθεια της Ντόχα. Η βοήθεια αυτή ανερχόταν σε περίπου 400 εκατομμύρια δολάρια μαζί με κάποια βασικά ανθρωπιστικά αγαθά και καταρικά μαχητικά αεροπλάνα, τα οποία συμμετείχαν σε βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ. Επιπροσθέτως, ο πρόεδρος του ΕΜΣ στεγαζόταν στη Ντόχα κατά τη διάρκεια των επαναστατικών εχθροπραξιών.
Εκείνη την περίοδο, το Κατάρ απέκτησε επαφές με λιβυκές ισλαμιστικές οργανώσεις, στις οποίες υπάρχουν βάσιμες υποψίες πως προσέφερε οικονομική βοήθεια. Ορισμένοι από τους γνωστούς στρατιωτικούς ισλαμιστές διοικητές που έχουν διασυνδέσεις με την Ντόχα είναι τα αδέλφια Al-Sallabi και ο Abdel Hakim Belhadj, στους οποίους έχει δοθεί δημόσιο βήμα μέσω του Al Jazeera ουκ ολίγες φορές. Οι ισλαμιστικές αυτές οργανώσεις, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την ανατροπή του καθεστώτος, συνέχισαν να χρηματοδοτούνται και μετά τον θάνατο του Καντάφι, καθώς η Ντόχα ενεπλάκη σε περιφερειακούς ανταγωνισμούς με τα ΗΑΕ.
Τυνησία
Στην Τυνησία υπάρχουν ενδείξεις πως το Κατάρ υποστήριξε το ισλαμιστικό κόμμα Enhada, το οποίο είναι ιδεολογικά κοντά με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους αλλά δεν πρόκειται για την ίδια οργάνωση. Η οικονομική χρηματοδότηση του κόμματος είναι ύποπτη και οι προσωπικές επαφές του ηγέτη του Enhada, Rashid Ghannouchi, με την Ντόχα είναι γνωστές. Έχει επισκεφθεί πολλές φορές το Κατάρ και είναι και αυτός τακτικός καλεσμένος στο κανάλι Al Jazeera. Μάλιστα, ο ίδιος έχει ισχυρισθεί πως το Κατάρ υπήρξε συνεργάτης της τυνησιακής επανάστασης. Την περίοδο εκείνη, εκτός από το 1 δισεκατομμύριο δολάρια για την οικονομική ενίσχυση του κράτους, το Κατάρ επένδυσε πολλά δισεκατομμύρια δολάρια στον τομέα υπηρεσιών της Τυνησίας.
Αίγυπτος
Στην περίπτωση της Αιγύπτου, το Κατάρ και η Τουρκία ήταν οι πρώτες χώρες, οι οποίες υποστήριξαν την κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων με πρόεδρο τον Mohamed Morsi. Άλλωστε, η συνεργασία Κατάρ-Τουρκίας εμφανίζεται εμπράκτως και στις περιπτώσεις της Λιβύης, Συρίας, όπως και στην υποστήριξη που έδειξε η Τουρκία προς το Κατάρ κατά τη διάρκεια του εμπορικού αποκλεισμού που είχε δεχθεί από τα υπόλοιπα κράτη του Κόλπου. Δεδομένου των εξαιρετικών σχέσεων του Κατάρ και των Αδελφών Μουσουλμάνων, οι καλές σχέσεις μεταξύ της Ντόχα και του Καΐρου εκείνη την περίοδο δεν προκαλούν έκπληξη. Η Αίγυπτος αποτελούσε και αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά κράτη στη Μέση Ανατολή και ο έλεγχος της από τη φιλικά προσκείμενη στο Κατάρ Μουσουλμανική Αδελφότητα οδήγησε τον άξονα Κατάρ-Αδελφοί Μουσουλμάνοι-Τουρκία στην πραγμάτωση των γεωστρατηγικών τους στόχων στη Μέση Ανατολή.
Όσον αφορά τον οικονομικό τομέα, το Κατάρ ενίσχυσε την αιγυπτιακή οικονομία με 8 δισεκατομμύρια δολάρια, μια ευνοϊκή συμφωνία παροχής ενέργειας προς την Αίγυπτο και τέλος, δεσμεύτηκε για την επένδυση του αστρονομικού ποσού των 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων εκ των οποίων τα 10 θα επενδύονταν για χρηματοδότηση μίας τουριστικής μαρίνας στη μεσογειακή ακτογραμμή της Αιγύπτου και τα υπόλοιπα 8 θα δαπανούνταν σε σχέδια που αφορούσαν κυρίως την ενέργεια. Δυστυχώς για την Ντόχα, η κυβέρνηση Morsi ανατράπηκε από στρατιωτικό πραξικόπημα, γεγονός που έπληξε σοβαρά τις περιφερειακές της βλέψεις.
Συρία
Η περίπτωση της Συρίας εξελίχθηκε στο κρισιμότερο πρόβλημα του πλανήτη, με το πεδίο να μην έχει ακόμα σταθεροποιηθεί εντελώς ακόμη και σήμερα. Παρόλο που το Κατάρ είχε φιλικές σχέσεις με το καθεστώς Άσαντ κατά τη δεκαετία του 2000, ήταν το πρώτο κράτος που χαιρέτησε την απόφαση των ΗΠΑ για αποστολή στρατευμάτων στη Συρία. Από εκείνο το σημείο και μετά, ΗΠΑ, Τουρκία, Κατάρ και Σαουδική Αραβία είχαν ως κοινό στόχο την ανατροπή του προέδρου Άσαντ.
Σε αυτό το σημείο όμως, λαμβάνουν μέρος στο «παιχνίδι» και οι περιφερειακοί ανταγωνισμοί μεταξύ Κατάρ και Σαουδικής Αραβίας. Το Κατάρ επιχείρησε να ανατρέψει το συριακό καθεστώς χρηματοδοτώντας τη Συριακή Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία μαζί με άλλες ισλαμιστικές ομάδες ενοποιήθηκαν υπό την ομπρέλα του «Ελεύθερου Συριακού Στρατού». Η Σαουδική Αραβία είναι εντελώς εχθρική απέναντι στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, καθώς θεωρεί την ιδεολογία τους ως απειλή για την ύπαρξή της. Έτσι, το Ριάντ υποστήριζε οργανώσεις φιλικά και ιδεολογικά προσκείμενες προς αυτό. Μιλάμε λοιπόν, για μια αντιπολίτευση που στην πραγματικότητα ήταν διασπασμένη. Αυτός ο ανταγωνισμός οδήγησε, κυρίως από την πλευρά του Κατάρ, στην αλόγιστη χρηματοδότηση ακραίων ισλαμιστικών οργανώσεων. Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν αποδείξεις πως το μέτωπο Νούσρα χρηματοδοτήθηκε από το Κατάρ, παρόλα αυτά έχει ενισχυθεί είτε από καταρικά ιδιωτικά κεφάλαια είτε από τη στήριξη που παρείχε το Κατάρ σε άλλες οργανώσεις που συνεργάζονταν με το μέτωπο Νούσρα, το οποίο ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσει τα κεφάλαια και τον εξοπλισμό. Το ίδιο ισχύει και για πρώην μέλη της Αλ Κάιντα.
Οι περιπέτειες στις οποίες ενεπλάκη το Κατάρ δεν δείχνουν να έχουν θετικό πρόσημο. Ο πρόεδρος Άσαντ παραμένει στο αξίωμά του, η Αίγυπτος παραμένει στα χέρια του στρατηγού Σίσι, η Λιβύη βρίσκεται ακόμη σε εμφύλιο πόλεμο και η Τυνησία δεν μπόρεσε να αποφέρει τους καρπούς που ήλπιζε η Ντόχα. Επιπλέον, η διεθνής κοινότητα είναι πλέον καχύποπτη με το Κατάρ και τα κράτη του Κόλπου το έχουν περιθωριοποιήσει εξαιτίας της υποστήριξης που δείχνει στην οργάνωση των Αδελφών Μουσουλμάνων. Η αλλαγή ηγεσίας γέννησε ελπίδες για αλλαγή της στάσης της Ντόχα όσον αφορά αυτό το ζήτημα και στην πραγματικότητα αυτή έχει όντως χαμηλώσει τους τόνους Ωστόσο, η σχέση Κατάρ-Αδελφών Μουσουλμάνων έχει ένα στέρεο υπόβαθρο, το οποίο δεν πρόκειται να σταματήσει να υφίσταται τόσο εύκολα.
Βιβλιογραφία
[1] Hrair R. Dekmejian, Επαναστατημένο Ισλάμ, Ο φονταμενταλισμός στον αραβικό κόσμο, Αθήνα, εκδ. Παπαζήση, 2017.
[2] B. Baskan και S. Wright, Seeds of Change: Comparing State-Religion Relations in Qatar and Saudi Arabia, Arab Studies Quarterly, τ. 33, τχ. 2, σσ. 96–111, 2011 [Έκδοση σε ψηφιακή μορφή]. Διαθέσιμο στο: http://www.jstor.org/stable/41858653
[3] D. Roberts, Qatar and the Muslim Brotherhood: Pragmatism or Preference?, Middle East Policy, τ. 21, τχ. 3, σσ. 84–94, Σεπτέμβριος 2014. Διαθέσιμο στο: https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1111/mepo.12084
[4] D. B. Roberts, Qatar and the Brotherhood, Survival, τ. 56, τχ. 4, σσ. 23–32, Ιούλιος 2014. Διαθέσιμο στο: https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/00396338.2014.941557
[5] C. Freer, Rentier Islamism in the Absence of Elections: the Political Role of Muslim Brotherhood Affiliates in Qatar and the United Arab Emirates, International Journal of Middle East Studies, τ. 49, τχ. 3, σσ. 479–500, 2017. Διαθέσιμο στο: https://www.cambridge.org/core/journals/international-journal-of-middle-east-studies/article/abs/rentier-islamism-in-the-absence-of-elections-the-political-role-of-muslim-brotherhood-affiliates-in-qatar-and-the-united-arab-emirates/0EB26A14F99BAAEF550C4C8B5FBBD09D
[6] K. C. Ulrichsen, Qatar and the Arab Spring: Policy drivers and regional implications, τ. 224, Carnegie Endowment for International Peace Washington, DC, 2014.
[7] Ioannis Mazis, Geopolitical Analysis of the Greater-Middle East System in the Present Juncture, Regional Science Inquiry, τ. V, τχ. 1, 2013.
[8] L. Khatib, Qatar’s foreign policy: the limits of pragmatism, International Affairs, τ. 89, τχ. 2, σσ. 417–431, Μαρτίου 2013. Διαθέσιμο στο: https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1111/1468-2346.12025
[9] Ö. Pala και B. Aras, Practical Geopolitical Reasoning in the Turkish and Qatari Foreign Policy on the Arab Spring, Journal of Balkan and Near Eastern Studies, τ. 17, τχ. 3, σσ. 286–302, Ιουλίου 2015. Διαθέσιμο στο: https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/19448953.2015.1063274?journalCode=cjsb20
[10] L. Khatib, Syria, Saudi Arabia, the U.A.E. and Qatar: the ‘sectarianization’ of the Syrian conflict and undermining of democratization in the region, British Journal of Middle Eastern Studies τ. 46, τχ. 3, σσ. 385–403, Μαΐου 2019. Διαθέσιμο στο: https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/13530194.2017.1408456?journalCode=cbjm20
[11] A. Krishnan, Controlling partners and proxies in pro-insurgency paramilitary operations: the case of Syria, Intelligence and National Security, τ. 34, τχ. 4, σσ. 544–560, Ιουνίου 2019. Διαθέσιμο στο: https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/02684527.2018.1560605?tab=permissions&scroll=top
[12] A. M. Baylouny και C. A. Mullins, Cash is King: Financial Sponsorship and Changing Priorities in the Syrian Civil War, Studies in Conflict & Terrorism τ. 41, τχ. 12, σσ. 990–1010, Δεκεμβρίου 2018. Διαθέσιμο στο: https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/1057610X.2017.1366621?journalCode=uter20
[13] Andrew Hammond, Qatar’s leadership transition: like father, like son, The European Council on Foreign Relations, Φεβρουάριος 2014. [Έκδοση σε ψηφιακή μορφή] Διαθέσιμο στο: https://www.ecfr.eu/publications/summary/qatars_transition_like_father_like_son304
[14] Πηγή εικόνας: http://gadocartoons.com/trump-saudi-arabia-qatar-terrorism