Γράφει ο Σπύρος Τουλουπάκης
Αδιαμφισβήτητα, η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης αποτελεί αγαπημένη φράση κλισέ για μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, πολιτικές ατζέντες, ακαδημαϊκούς, Διεθνείς Οργανισμούς Αρωγής και όχι μόνο. Και ενώ είναι μια τόσο ευρέως διαδεδομένη έννοια, η χρήση της πολύ συχνά γίνεται απλά για να γίνει, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η σημασία της. Ως έννοια αποτελείται από δύο μέρη, τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη, τα οποία θα αναλυθούν στη συνέχεια του άρθρου.
Αρχικά, η «βιωσιμότητα» ενώ κυριολεκτικά σημαίνει η ικανότητα να διατηρείται μια οντότητα, αποτέλεσμα ή διαδικασία διαχρονικά, υπό το αναπτυξιακό πρίσμα λαμβάνει εντελώς διαφορετική όψη. Συγκεκριμένα, προσδιορίζεται ως μια δυναμική ισορροπία κατά τη διάρκεια αλληλεπίδρασης μεταξύ του πληθυσμού και της ικανότητας του εκάστοτε περιβάλλοντος να τους συντηρεί σε τέτοιο βαθμό όπου ο πληθυσμός μπορεί να αναπτυχθεί πλήρως, χωρίς όμως να προκαλεί μόνιμες ανεπιθύμητες βλάβες στο περιβάλλον από το οποίο εξαρτάται. Αντίστοιχα, όσον αφορά το δεύτερο μέρος, την «ανάπτυξη», έχει διαχρονικά συσχετιστεί με πλήθος διαφορετικών εννοιών, ερμηνειών και όχι μόνο. Σε γενικές γραμμές, οι ειδικοί προσδιορίζουν την ανάπτυξη ως μια εξελικτική διαδικασία κατά την οποία η ανθρώπινη ικανότητα βελτιώνεται σε όρους έναρξης νέων υποδομών, αντιμετώπισης προβλημάτων, συμβιβασμό στη συνεχή αλλαγή, καθώς και δημιουργικού και στοχευμένου μόχθου για την επίτευξη νέων στόχων.
Σε αυτό το σημείο είναι χρήσιμο να εξεταστεί λίγο η προϊστορία της Βιώσιμης Ανάπτυξης, προτού προσδιοριστεί εννοιολογικά εκείνη. Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο εξεταζόμενος όρος προέρχεται σαν τομέας από τα οικονομικά. Ήδη από τις αρχές του 1800 με τη Malthusian θεωρία περί πληθυσμού, ο Malthus είχε εκφράσει σοβαρές ανησυχίες αναφορικά με την ικανότητα της γης να συντηρεί τον γεωμετρικά αυξανόμενο πληθυσμό. Οι ειδικοί βέβαια τότε πίστευαν ότι η ανάπτυξη της τεχνολογίας θα μπορούσε να ανακάμψει την εξάντληση των πόρων του πλανήτη, αποφεύγοντας έτσι την καταστροφή. Εντωμεταξύ, αυτό όχι μόνο δεν κατέστη εφικτό αλλά η θεωρία του Malthus έγινε αργότερα εκ νέου επίκαιρη, όταν τέθηκε επι τάπητος η εξάντληση ορισμένων μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, η οποία θα απειλούσε την μακροχρόνια οικονομική ανάπτυξη ως απότοκο της περιβαλλοντικής ρύπανσης. Αργότερα και άλλοι επιστήμονες, όπως ο Meadows το 1972, αναλύοντας δεδομένα που σχετίζονταν με το τρίπτυχο πληθυσμός, βιομηχανική ανάπτυξη και μόλυνση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μιας και η γη έχει περιορισμένους πόρους, η ραγδαία ανάπτυξη του προαναφερθέντος τριπτύχου θα οδηγούσε τον πλανήτη σε τέλμα.
Ενώ σαν όρος η «αειφόρος ανάπτυξη» έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της το 1987, το πρώτο βήμα στην πραγματικότητα έγινε μερικά χρονιά πριν, το 1972, σε συνέδριο του ΟΗΕ όπου αν και δεν έγινε ξεκάθαρη αναφορά στον όρο, αποφασίστηκε ότι η ανάπτυξη και το περιβάλλον θα μπορούσαν τελικά να καταστούν από κοινού διαχειρίσιμα. Έτσι, φτάνουμε στο επίμαχο 1987 όπου το πόρισμα της Παγκόσμιας Επιτροπής Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης (WCED) με τίτλο “Our common future”, γνωστή ως η Brundtland Report, μας αποφέρει την πιο ευρέως διαδεδομένη σημασία της βιώσιμης ανάπτυξης μέχρι σήμερα. Και ενώ κυριολεκτικά σαν έννοια η σημασία της είναι “ανάπτυξη που μπορεί να συνεχιστεί, αιωνίως ή για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο”, στην έκθεση προσδιορίζεται ως “η ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δίκες τους”.
Στόχος της Επιτροπής εκείνης ήταν να διαμορφώσει μακροπρόθεσμες περιβαλλοντικές στρατηγικές για τη διεθνή κοινότητα, με το βάρος να επικεντρώνεται στα ανθρώπινα συμφέροντα και ανάγκες, Ταυτόχρονα, αποδόθηκε προσοχή στη διασφάλιση μιας παγκόσμιας ισορροπίας για τις γενεές, μέσω αναδιανομής πόρων προς φτωχότερα έθνη προκειμένου να προωθηθεί η οικονομική τους ανάπτυξη και να καταστεί εφικτό για όλους τους ανθρώπους να ικανοποιούν τις βασικές τους ανάγκες. Επιπροσθέτως, άξιο επισήμανσης αποτελεί το γεγονός ότι στην επίμαχη αναφορά εκφράστηκε η άποψη ότι η κοινωνική δικαιοσύνη, η οικονομική ανάπτυξη και η διατήρηση του περιβάλλοντος είναι συνδυαστικά επιτεύξιμες, αναδεικνύοντας έτσι τους μετέπειτα τρεις βασικούς πυλώνες της αειφόρου ανάπτυξης (περιβάλλον, κοινωνία και οικονομία).
Ολοκληρώνοντάς το παρόν πόνημα θα ήταν σημαντική παράλειψη η μη σύντομη αναφορά στους τρεις προαναφερθέντες πυλώνες. Ξεκινώντας, λοιπόν, από την οικονομική βιωσιμότητα, εκείνη οραματίζεται ένα παραγωγικό σύστημα που ναι μεν ικανοποιεί την τρέχουσα κατανάλωση, αλλά δεν διακινδυνεύει τις μελλοντικές ανάγκες. Έπειτα, ακολουθεί η κοινωνική βιωσιμότητα η οποία εμπεριέχει έννοιες όπως η ισότητα, η ενδυνάμωση, η προσβασιμότητα, η συμμετοχή, η πολιτιστική ταυτότητα και η θεσμική σταθερότητα. Εντός των πλαισίων της, οι άνθρωποι έχουν σημαίνουσα αξία αφού η ανάπτυξη έχει να κάνει με εκείνους, ενώ παράλληλα η ίδια οραματίζεται ένα κοινωνικό σύστημα οργάνωσης που θα εξαλείψει τη φτώχια. Τέλος, η περιβαλλοντική βιωσιμότητα σχετίζεται προφανώς με το φυσικό περιβάλλον και το πως παραμένει ανθεκτικό και παραγωγικό για την επιβίωση της ανθρωπότητας. Αυτού του είδους η βιωσιμότητα συναρτάται άμεσα με την ακεραιότητα του οικοσυστήματος και τον πληθυσμιακό αριθμό που το φυσικό περιβάλλον μπορεί να συντηρήσει. Οι πόροι του περιβάλλοντος θα πρέπει να καταναλώνονται με ρυθμό που το περιβάλλον θα μπορεί να αναπληρώνει, ενώ το ίδιο το περιβάλλον θα πρέπει να μολύνεται με ρυθμό που θα μπορεί να διαχειριστεί.
Ο προσδιορισμός, επομένως, της έννοιας καθιστά κατανοητό το τόσο ενδιαφέρον που έχει προσελκύσει από ακαδημαϊκούς, κυβερνήσεις και όχι μόνο. Η πάροδος των ετών και τα προβλήματα που ολοένα και γιγαντώνονται (φυσικές καταστροφές, κλιματική αλλαγή, φτώχεια, πείνα, ανισότητα και πολλά άλλα) εμπίπτουν στην αειφόρο ανάπτυξη, στους πυλώνες της και ευρύτερα στη στοχοθεσία που διακατέχει την αειφόρο ανάπτυξη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η βιώσιμη ανάπτυξη αποτέλεσε λίγο αργότερα τη φόρμουλα για τη συγκρότηση των Millennium Development Goals και ύστερα των Sustainable Development Goals, με στόχο, όπως αναφέρει και ο ίδιος ο ΟΗΕ, την επίτευξη ενός καλύτερου και πιο βιώσιμου μέλλοντος για όλους, με τους στόχους να καλούνται να αντιμετωπίσουν τις σύγχρονες προκλήσεις, όπως φτώχεια, ανισότητα, κλιματική αλλαγή, περιβαλλοντική υποβάθμιση και δικαιοσύνη.
Πηγές:
- Mensah, J., 2019. Sustainable development: Meaning, history, principles, pillars, and implications for human action: Literature review, Cogent Social Sciences,5(1).
- United Nations, 1987. Our Common Future. Διαθέσιμο σε: https://www.are.admin.ch/are/en/home/sustainable-development/international-cooperation/2030agenda/un-_-milestones-in-sustainable-development/1987–brundtland-report.html
- Du Pisani, J., 2006. Sustainable development – historical roots of the concept, Environmental Sciences, 3(2).
- United Nations, 2020. Take Action For The Sustainable Development Goals. Διαθέσιμο σε: https://www.un.org/sustainabledevelopment/sustainable-development-goals/
Πηγή Εικόνας: https://www.tuvaustria.academy/category_id=1%26service_id=153