γράφει ο Ευάγγελος Ζαρκαδούλας,
Με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ εγκαθιδρύθηκε η Εσωτερική Αγορά, ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση και θεσπίστηκε η ενωσιακή ιθαγένεια για κάθε πολίτη της Ένωσης που έχει την υπηκοότητα ενός κράτους μέλους. Η νέα ιθαγένεια δεν αντικαθιστά την εθνική ιθαγένεια, αλλά την συμπληρώνει, απονέμοντας νέα δικαιώματα στους πολίτες της Ένωσης και τείνοντας να αποτελέσει την θεμελιώδη ιδιότητά τους, σύμφωνα με αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής Δικαστήριο). Το άρθρο 20 της Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής Σ.Λ.Ε.Ε.) ορίζει ενδεικτικά κάποια εξ’ αυτών, που είναι το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής, το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στις δημοτικές εκλογές του τόπου κατοικίας τους, το δικαίωμα να απολαμβάνουν διπλωματικής και προξενικής προστασίας στο έδαφος τρίτων κρατών και τα δικαιώματα αναφοράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και προσφυγής στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή. Άλλα δικαιώματα που απορρέουν από την ενωσιακή ιθαγένεια βρίσκονται διάσπαρτα στις Συνθήκες και στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η δημιουργία της ευρωπαϊκής ιθαγένειας αποσύνδεσε το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής από την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, όπως πλέον προβλέπεται στο άρθρο 21 της Σ.Λ.Ε.Ε. (πρώην αρ. 18 της Σ.Ε.Κ.), το οποίο όμως είχε ήδη νομολογιακά επεκταθεί σε πρόσωπα που δεν συνδέονταν με την αγορά. Με νομική βάση το προϊσχύον άρθρο, εξεδόθη η Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004, επεκτείνοντας το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής και στα μέλη των οικογενειών των εχόντων την ενωσιακή ιθαγένεια, με σκοπό την οικογενειακή επανένωση. Μάλιστα, το άρθρο 45 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης διευρύνει ακόμα περισσότερο τους φορείς του εν λόγω δικαιώματος και ειδικότερα στους υπηκόους τρίτων χωρών, με την προϋπόθεση, όμως, νόμιμης διαμονής τους σε ένα κράτος μέλος. Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει διαδραματίσει έναν σημαίνων ρόλο στη διαμόρφωση του πεδίου εφαρμογής του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής, κρίνοντας κυρίως με την υπόθεση Zambrano ότι εφαρμόζεται και σε αμιγώς εσωτερικές καταστάσεις, δηλαδή σε υποθέσεις που λείπει το στοιχείο της διασυνοριακότητας. Σκόπιμο είναι να αναφερθεί ότι η ελεύθερη κυκλοφορία όλων των προσώπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεξαρτήτως ενωσιακής ή μη ιθαγένειας, ρυθμίζεται και από την Συμφωνία Σένγκεν ώστε να διασφαλίζεται ένας χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.
Το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στις τοπικές εκλογές κατοχυρώνεται στο αρ. 20, παρ. 2, εδ. (β) και στο αρ. 22 της Σ.Λ.Ε.Ε.. Η συμμετοχή των πολιτών της Ένωσης, τόσο με τη μορφή του εκλέγειν, όσο και με τη μορφή του εκλέγεσθαι, στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι εξαιρετικής σημασίας, διότι το Κοινοβούλιο είναι το μόνο άμεσα δημοκρατικά εκλεγμένο όργανο της Ένωσης. Με το συγκεκριμένο δικαίωμα νομιμοποιείται σε κάποιο βαθμό δημοκρατικά η Ένωση και ενισχύεται η δημοκρατία στις τάξεις της. Δικαίωμα που επαληθεύεται και με το αρ. 39 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ουσιώδους σημασίας αντίστοιχα είναι και η άσκηση εκλογικού και εκλόγιμου δικαιώματος στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές, παρέχοντας σε κάθε πολίτη της Ένωσης που διαμένει σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος της ιθαγένειάς του, να συμμετέχει στα τοπικά πολιτικά δρώμενα και στη διαμόρφωση των ανάλογων πολιτικών, δικαίωμα που επιβεβαιώνεται στο αρ. 40 του Χάρτη.
Επιπρόσθετα, δεν μπορεί να παραλειφθεί το δικαίωμα που έχει κάθε πολίτης που έχει την ενωσιακή ιθαγένεια και βρίσκεται σε τρίτη χώρα να ζητά και να του παρέχεται διπλωματική και προξενική προστασία από οποιοδήποτε κράτος μέλος, εφόσον το κράτος μέλος της εθνικής ιθαγένειάς του δεν αντιπροσωπεύεται σε αυτή τη χώρα. Η αναγνώρισή του λαμβάνει χώρα τόσο στο πρωτογενές δίκαιο με το αρ. 20 της Σ.Λ.Ε.Ε., όσο και στο αρ. 46 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, κάθε υπήκοος κράτους μέλους δύναται να ασκήσει αυτό το προνόμιο σε έκτακτες περιπτώσεις και όταν παραβιάζονται δικαιώματά του, προνόμιο που ενισχύει την ευρωπαϊκή ταυτότητα και την εξωτερική συνοχή της Ένωσης.
Ένα ακόμα εκ των δικαιωμάτων που απορρέουν από την ενωσιακή ιθαγένεια και αναγνωρίζονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα στους πολίτες της Ένωσης (αρ. 42), που ενισχύει την διαφάνεια και την χρηστή διοίκηση κατά την λήψη αποφάσεων από τα όργανα της Ένωσης. Επίσης, το αρ. 15 του Χάρτη σε συνδυασμό με το αρ. 45, παρ. 3 της Σ.Λ.Ε.Ε., δίνουν την δυνατότητα στους έχοντες την ενωσιακή ιθαγένεια να αναζητούν απασχόληση, να εργάζονται, να εγκαθίστανται και να παρέχουν υπηρεσίες σε όλα τα κράτη μέλη, αλλά επιπλέον, παρέχει και σε πολίτες τρίτων χωρών που εργάζονται νόμιμα σε ένα κράτος μέλος να δικαιούνται τις ίδιες συνθήκες εργασίας με τους πολίτες της Ένωσης.
Παράλληλα, στον Χάρτη καθορίζονται και οι δυνατότητες που έχει ο πολίτης της Ένωσης σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων του, αφενός δικαίωμα να προσφύγει στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή (αρ. 43 του Χάρτη), αφετέρου, να υποβάλλει αναφορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (αρ. 44 του Χάρτη), όπως άλλωστε προβλέπεται και στο αρ. 20, παρ. 2, εδ. (δ) της Σ.Λ.Ε.Ε.. Ιδιαίτερης αξίας είναι και η δυνατότητα που ενσωματώθηκε στο πρωτογενές δίκαιο με την Συνθήκη της Λισαβόνας και ειδικώς στο αρ. 11, παρ. 4, από τουλάχιστον 1.000.000 έχοντες την ενωσιακή ιθαγένεια να καλούν την Επιτροπή να υποβάλλει συγκεκριμένες νομοθετικές προτάσεις.
Ενόψει των ανωτέρω στοιχείων, η θέσπιση της ενωσιακής ιθαγένειας με την απονομή σημαντικών δικαιωμάτων στους πολίτες της Ένωσης αποτελεί ένα από τα σημεία αναφοράς της ιστορικής εξέλιξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην διαδικασία προς την ενοποίησή της. Μεγαλύτερης σημασίας χρήζουν η εφαρμογή του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής και σε αμιγώς εσωτερικές καταστάσεις μέσω της νομολογιακής προσέγγισης του Δικαστηρίου, καθώς και η χρήση της ενωσιακής ιθαγένειας ως βάση για την επέκταση δικαιωμάτων και συγκεκριμένα της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής και της ισότητας στις συνθήκες εργασίας και σε υπηκόους τρίτων χωρών.
Πηγές:
Περάκης Μ., «Τα δικαιοδοτικά όρια του ΔΕΚ υπό ευρωπαϊκή διακυβέρνηση», Αθήνα, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2009.
Δ.Ε.Κ., απόφαση της 20-09-2001, C-184/99, Rudy Grzelczyk, Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, σκέψη 31.
ΔΕΕ, απόφαση της 2.3.2010, C-135/08, Janko Rottmann, Ανάκληση ιθαγένειας και αρχή της αναλογικότητας, σκέψη 43.
Σαχπεκίδου Ε., «Ευρωπαϊκό Δίκαιο», Αθήνα – Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Σάκκουλα, Β΄ έκδοση, 2013.
Χριστιανός Β. – Κουσκουνά Μ. – Παπαδοπουλου Ρ.Ε. – Περάκης Μ., «Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα από τη νομολογία», Αθήνα – Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Σάκκουλα, 2011.
Ταγαράς Χ. – Παπαντώνη Μ.Μ., «Η κατ’ άρθρο 26.2 ΣΛΕΕ εσωτερική αγορά», Αθήνα, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2013.
Αρέστης Γ., «Η ευρωπαϊκή ιθαγένεια μέσα από την νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Επιθεώρηση Μεταναστευτικού Δικαίου, 2012/3.
Κανελλόπουλος Π., «Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Αθήνα – Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Σάκκουλα, 5η έκδοση, 2010.
Χριστιανός Β. (επιμ.), «Συνθήκη της ΕΕ και ΣΛΕΕ», Αθήνα, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2012.
Τζέμος Β. (επιμ.), «Ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ – Ερμηνεία κατ’ άρθρο», Αθήνα, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2015.
Καλαβρός Γ.Ε. – Γεωργόπουλος Θ., «Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης- Ουσιαστικό Δίκαιο», Αθήνα, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Τόμος IΙ, 2η έκδοση, 2013.
Τζέμος Β., «Οι πολιτικοί θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Αθήνα, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2009.
Association for International & European Affairs | ΟΔΕΘ