Γράφει ο Δημήτρης Τάκος
Με το πέρας του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και την ανάπτυξη των πυραύλων, έγινε ευρέως διαδεδομένη τόσο η χρήση τους, όσο και η αξία τους στην στρατιωτική φαρέτρα μιας χώρας. Αξιοσημείωτα παραδείγματα αποτελούν η κρίση των πυρηνικών της Κούβας, ο πόλεμος του Κόλπου και η διαμάχη μεταξύ του Ισραήλ και της Παλαιστίνης. Οι παγκόσμιες δυνάμεις συνειδητοποίησαν πως με τους πυραύλους, μπορεί κανείς να πλήξει στόχους από εκπληκτικές αποστάσεις, δίχως να ρισκάρει απώλειες της πλευράς του, φορτώνοντας παράλληλα και ό,τι φορτίο επιθυμεί, πάνω στην εκάστοτε κεφαλή. Ως απάντηση στη δυναμικότητα που απέκτησαν οι πύραυλοι και τα βαλλιστικά συστήματα, ήρθε η γενική ιδέα της αντιπυραυλικής άμυνας. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έφερε ξανά στο προσκήνιο το θέμα των βαλλιστικών πυραύλων, είτε από την εκτεταμένη χρήση τους στο μέτωπο, είτε από τις απειλές περί πυρηνικού πολέμου. Μία σύντομη ιστορική αναδρομή είναι απαραίτητη, ώστε κάποιος να μπορεί ν’ αξιολογήσει και να προβλέψει καλύτερα τις μελλοντικές προκλήσεις.
Αρχικά, η ιδέα της προστασίας των Ηνωμένων Πολιτειών από εξωτερικές πυραυλικές απειλές, αποτελούσε την ύψιστη προτεραιότητα του αμερικανικού πενταγώνου. Η ανησυχία προερχόταν για διηπειρωτικούς πυραύλους, όχι μόνο από τη Ρωσία και μικρότερου διαμετρήματος από την Κίνα, αλλά και από τρίτες χώρες που κατείχαν τη δυνατότητα δημιουργίας βαλλιστικών. Αυτό προβλεπόταν για παράδειγμα, από το πρόγραμμα National Missile Defense του 2001. Πάνω στην ιδέα αυτή, στηρίχθηκαν ολόκληροι τομείς ερευνών και αναλύσεων, όσον αφορά τον υπολογισμό απειλής από χώρες όπως η Βόρεια Κορέα. Ιστορικά, η περίφημη συνθήκη βαλλιστικών μεταξύ των ΗΠΑ-Σοβιετικής Ένωσης ήταν επίσης ένα επίτευγμα στη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης, άρα και ισορροπίας. Συνάμα, το γνωστό δόγμα Βέβαιης Αμοιβαίας Καταστροφής ή MAD, θεωρείται πως αποτελεί πυλώνα της σχετικής σταθερότητας που έδειξε ο κόσμος για δεκαετίες. Με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης πλέον, το δόγμα αντιπυραυλικής άμυνας άλλαξε, με τις ΗΠΑ να θεωρούν πως πρέπει να προστατέψουν πρώτα τα συμφέροντά τους και έπειτα τους συμμάχους τους σε όλη την υφήλιο, σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Ινδοατλαντικό. Έτσι, συμφωνήθηκε το GPALS, το πρόγραμμα «Παγκόσμια Προστασία Κατά Περιορισμένων Χτυπημάτων», με άμεσο σκοπό την αναχαίτιση τακτικών πυραύλων, σε χώρες όπως το Ιράκ και τους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή του Κόλπου και όχι μόνο.
Η χρήση εκτεταμένου δορυφορικού συστήματος επίσης, αποτελεί σκέψη-σταθμό για το ζήτημα της άμυνας κατά των βαλλιστικών πυραύλων. Μία άρτια δικτυωμένη αλυσίδα δορυφόρων σηματοδοτεί την άμεση προειδοποίηση για την εκτόξευση ενός βαλλιστικού πυραύλου, ίσως και πριν η ίδια πραγματοποιηθεί. Το ζήτημα αυτό, πραγματεύεται η Πρωτοβουλία Στρατηγικής Άμυνας SDI. Όμως, η γνωστή αντιβαλλιστική συνθήκη απαγόρευε για την διατήρηση της ισορροπίας, οποιαδήποτε χρήση μη επίγειων μέσων, στο «παιχνίδι» των πυραύλων. Οπότε, με τη διαφωνία της κοινής γνώμης, οι ΗΠΑ εντόπισαν ένα νομικό χάσμα στη συμφωνία με τους Σοβιετικούς και εκκίνησαν τα σχέδιά τους για την χρήση των μη χερσαίων εξοπλισμών, στον τομέα της αντιπυραυλικής άμυνας.
Ωστόσο, η Δύση κατανοεί την τέχνη της ήπιας ισχύς και δεν προτίθεται να θέσει σε κίνδυνο την γεωπολιτική σταθερά και ασφάλεια του Δυτικού ημισφαιρίου. Οπότε, αν και σποραδικά δρα “out of the norm” και των συμφωνημένων από κοινού συνθηκών, συνήθως γίνονται προσπάθειες περιορισμού των ενεργειών αυτών και διατήρησης του status quo. Έτσι, με την ίδια λογική να επικρατεί και στις υπόλοιπες πυρηνικές και βαλλιστικές δυνάμεις (Κίνα, Ρωσία, Ινδία, Πακιστάν) , η πιθανότητα είναι πως δεν θα παρθούν επιπόλαιες και αλαζονικές αποφάσεις. Είναι επίσης γνωστό, πως σε ένα ξέσπασμα πυρηνικού πολέμου, που συνήθως συνεπάγεται με την αντιπυραυλική άμυνα και τα βαλλιστικά, δεν θα υπήρχε νικητής. Για αυτό, όλες οι βαλλιστικές δυνάμεις καταβάλλουν ευτυχώς προσπάθειες περιορισμού του οπλοστασίου τους ενώ, για να παρθεί η απόφαση χτυπήματος απαιτείται η συλλογική απόφαση μερίδας ατόμων και όχι ατομική διαβούλευση. Ανησυχητικό παραμένει όμως το γεγονός, πως σε αυτή την κούρσα βαλλιστικής άμυνας, η Δύση και η Ανατολή δεν επιδιώκουν πάντα τη διπλωματία και αντίθετα, σε συνεχή βάση αναζητούν έμμεσες λύσεις και παρακάμψεις των εκάστοτε συμφωνιών, ώστε να θέσουν την χώρα τους άτρωτη στα βαλλιστικά άρα και άνετη στον γεωπολιτικό χάρτη. Αν μία χώρα δεν μπορεί να πληγεί από πυραύλους αυτομάτως αποκτά μία ανοσία στις οπλικές απειλές, έχοντας ένα ανίκητο πλεονέκτημα στα τραπέζια της διαπραγμάτευσης. Τα δεδομένα όμως δείχνουν, πως ιδιαίτερα επί του ψυχρού πολέμου και των κυβερνήσεων Ρέιγκαν-Γκορμπατσόφ, τα οπλοστάσια πυρηνικών μειώνονται αριθμητικά καθώς το ίδιο και οι βαλλιστικοί πύραυλοι. Παράδειγμα, με τη Συνθήκη για τα Πυρηνικά Μέσου Βεληνεκούς ή INF, αποσύρθηκαν όλοι οι πύραυλοι μέσης εμβέλειας για λόγους διατήρησης της περιφερειακής άμυνας και εγγύς ασφάλειας.
Η αντιπυραυλική άμυνα αποτελεί ένα επίκαιρο πρόβλημα με μία κρίση να διαφαίνεται όλο και πιθανότερη και το παγκόσμιο θερμόμετρο μονάχα να θερμένεται. Είναι μία διαδικασία, που κατά διαστήματα είτε θα ομαλοποιείται με λογικές αποφάσεις να λαμβάνονται, είτε θα εκτροχιάζεται από απόπειρες ισχυροποίησης του οπλοστασίου, ακραία ρητορική και μηδαμινή πρόθεση για διάλογο. Η Ευρώπη στέκεται επικριτικά έναντι των δύο δυνάμεων καθώς γνωρίζει πως σε περίπτωση τέλειας κάλυψης των αντιπυραυλικών αναγκών των δύο, αυτή θα είναι που θα βρεθεί στο ενδιάμεσο της σύρραξης. Κάτι που η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία απέδειξε καθαρά.
Με την σύντομη ανασκόπηση των πιο σημαντικών συνθηκών αναφορικά με την αντιπυραυλική άμυνα, μπορεί κανείς να αποσαφηνίσει ενδεχομένως περίπλοκες έννοιες ή να εξηγήσει δυσνόητες καταστάσεις, αναφορικά με τις εκάστοτε πολιτικές εξελίξεις. Καταλαβαίνει κανείς, πως αν μία χώρα στερεί τον λόγο φόβου από βαλλιστικούς πυραύλους, αυτομάτως η ισορροπία δυνάμεων συγχέεται και αποσταθεροποιητικές αποφάσεις είναι εύκολο να παρθούν. Η ισορροπία δυνάμεων τήρησε την σχετική ειρηνική συνύπαρξη των κρατών για πολλές δεκαετίες μετά τον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο. Και θα το κάνει ξανά, αν η διπλωματία επικρατήσει, η ίση δύναμη όλων των πλευρών διατηρηθεί και η κοινή, ανθρωπιστική λογική, δεν παραμεριστεί.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Χατζηαντωνίου Κ. (2001). Αντιπυραυλική Άμυνα: η πρόκληση της υπερδύναμης. Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων
Carter A., Schwartz D. (1984). Ballistic Missile Defense. THE BROOKINGS INSTITUTION.
Hildreth S. (2007). Ballistic Missile Defense: Historical Overview. CRS report for Congress
Brown G., Carlyle M., Diehl D., Kline J., Wood K. (2005). A Two-Sided Optimization for Theater Ballistic Missile Defense. Διαθέσιμο σε: https://pubsonline.informs.org/doi/abs/10.1287/opre.1050.0231
Πηγή Μέσου: DefenceTalks.com, Iran unveils ballistic missile, ‘new generation’ engines, Διαθέσιμο σε: https://www.defencetalk.com/iran-unveils-ballistic-missile-new-generation-engines-73780/