γράφει η Αλεξάνδρα Αναργύρου,
Το τρομοκρατικό χτύπημα στους δίδυμους πύργους στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 μετέβαλλε τελείως τα μέχρι τότε δεδομένα, καθώς έφερε την διεθνή κοινότητα ενώπιον της διεθνούς τρομοκρατίας, ενός φαινομένου που πολύ γρήγορα έλαβε τρομακτικά ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Η συγκεκριμένη μη προβλέψιμη εξτρεμιστική ενέργεια αποτέλεσε άμεση απειλή για την εσωτερική ασφάλεια των ΗΠΑ. Έκτοτε, όλες οι αμερικανικές κυβερνήσεις έχουν αναγάγει την διεθνή τρομοκρατία σε ένα εκ των πιο σημαντικών θεμάτων όσον αφορά την σχεδίαση της εθνικής τους στρατηγικής.
Η κυβέρνηση Bush, εκμεταλλευόμενη την έκρυθμη κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ως συνέπεια του τραγικού αυτού γεγονότος, χρησιμοποίησε το δόγμα « Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» ως πρόσχημα για να πραγματοποιηθεί στρατιωτική επέμβαση στο Ιράκ, με σκοπό την σύλληψη του Saddam Hussein, ο οποίος θεωρήθηκε ο ηθικός αυτουργός των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. Αφορμή για την πραγματοποίηση της επέμβασης αποτέλεσαν οι υποψίες των δυτικών, και ιδιαίτερα των Αμερικανών σχετικά με την παράνομη διατήρηση πυρηνικού οπλοστασίου από μεριάς του Ιράκ.
Οι μεγάλες δυνάμεις δεν τήρησαν ενιαία στάση απέναντι στις επικλήσεις των Αμερικανών σχετικά με την αναγκαιότητα επέμβασης του ΟΗΕ. Το Ηνωμένο Βασίλειο και ειδικότερα η κυβέρνηση Blair τάχθηκε ευθύς εξ αρχής στο πλευρό των ΗΠΑ και υποστήριξε έμπρακτα την αμερικανική πρόταση, συμβάλλοντας στρατιωτικά στην επέμβαση στο Ιράκ. Η πρόσδεση των Βρετανών στο αμερικανικό άρμα εντάσσεται στο γενικότερο πνεύμα του δόγματος του αγγλοσαξονισμού, της ειδικής προνομιακής θέσης που χαίρει η Μεγάλη Βρετανία ως ο πλέον πιστός εταίρος των ΗΠΑ. Ωστόσο, σε αντίθεση με την Μεγάλη Βρετανία, η πλειοψηφία των ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών καταψήφισε την αμερικανική πρόταση. Η Γαλλία και η Γερμανία – χώρες με ιδιαίτερα έντονο μουσουλμανικό στοιχείο- προέβαλαν την περισσότερη αντίδραση, ισχυριζόμενες πως μια τέτοια επέμβαση ενδεχομένως να προκαλούσε την οργή και την εξέγερση του μουσουλμανικού πληθυσμού, γεγονός το οποίο έγινε αντιληπτό τα επόμενα χρόνια μέσω της ανόδου της ISIS.
Οι ΗΠΑ στηρίζουν την νομιμότητα της επέμβασής τους στο Ψήφισμα 678 του ΟΗΕ, σύμφωνα με το οποίο αναγκαία καθίσταται η χρήση βίας ως τελευταία επιλογή προκειμένου να επιτευχθεί η αποχώρηση του Ιρακινού στρατού από το Κουβέιτ ( Α’ πόλεμος του Κόλπου ). Ύστερα, το Ψήφισμα 687 ανέστειλε, αλλά δεν τερμάτισε την εξουσιοδότηση χρήσης βίας που αναφέρεται στο προηγούμενο Ψήφισμα. Με το εν λόγω Ψήφισμα το Συμβούλιο Ασφαλείας έθετε στο Ιράκ ορισμένες υποχρεώσεις που αφορούν τον αφοπλισμό και την καταστροφή των όπλων μαζικής καταστροφής. Ωστόσο, το Ιράκ αγνόησε επανειλλημμένα τις συστάσεις του ΟΗΕ, με αποτέλεσμα την Απόφαση 1441, όπου γίνεται λόγος για “ σοβαρότερες συνέπειες”. Οι ΗΠΑ λοιπόν, θεώρησαν πως με αυτόν τον τρόπο ενεργοποιείται εκ νέου το Ψήφισμα 678 περί χρήσης βίας.
Με την συγκεκριμένη ενέργεια οι ΗΠΑ έθεσαν σε εφαρμογή το δόγμα της προληπτικής άμυνας ( anticipatory self defense ), σύμφωνα με το οποίο όταν ένα κράτος έχει σοβαρές ενδείξεις πως κάποιο άλλο κράτος πρόκειται να πραγματοποιήσει επίθεση εναντίον του, τότε επιτίθεται πρώτο, προλαμβάνοντας έτσι την ενδεχόμενη επίθεση. Επιπλέον, η Αμερική ισχυρίστηκε πως έκανε χρήση του δικαιώματος της νόμιμης άμυνας, μετά από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου και ταυτόχρονα προσέδωσε ηθική χρειά στην επέμβαση, εντάσσοντάς την στο γενικότερο πνεύμα του πολέμου υπέρ της δημοκρατίας.
Ο ΟΗΕ καταδίκασε την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ ως παράνομη, βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 4 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ και βάσει του άρθρου 51. Οι ΗΠΑ εκμεταλλεύτηκαν την ασάφεια της Απόφασης 1441 σχετικά με τις “ σοβαρές συνέπειες” .Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση που οι ΗΠΑ έκαναν χρήση του Ψηφίσματος 678, παρενέβησαν το μέτρο, καθώς δεν είχε δωθεί εντολή ανατροπής της κυβέρνησης.
Συμπερασματικά, με την συγκεκριμένη πράξη οι ΗΠΑ παραβίασαν πλήρως την αρχή της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων κρατών, μια από τις θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου, ενώ παράλληλα έγινε φανερή η ανικανότητα του ΟΗΕ να επιβάλλεται στην διεθνή κοινότητα. Η κυβέρνηση Bush προσπάθησε να καλύψει τον πόλεμο με έναν ηθικό μανδύα, χρησιμοποιώντας τον όρο ανθρωπιστική επέμβαση και παρουσιάζοντάς τον σαν μια εκστρατεία υπέρ της δημοκρατίας. Ωστόσο, η προβολή του απαγχονισμού του Saddam Hussein από την αμερικανική τηλεόραση αποτελεί αφορμή για περαιτέρω προβληματισμό σχετικά με την ποιότητα της δυτικής δημοκρατίας, καθώς πρόκειται για κατάφορη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Βιβλιογραφία
Σύγγραμμα: Ζητήματα Ασφάλειας στη Νέα Τάξη Πραγμάτων, Μαίρη Μπόση
Σύγγραμμα: Δίκαιο Διεθνών Οργανισμών, Π. Νάσκου-Περράκη, Κ. Αντωνόπουλος, Μ. Σαρηγιαννίδης
Σύγγραμμα: Ευρωατλαντικές Σχέσεις, Κ. Αρβανιτόπουλος, Π. Ήφαιστος
Association for International & European Affairs | ΟΔΕΘ